Η Ελληνική επανάσταση του 1821 – 1824 είναι το πρώτο μέρος του Ελληνικού αγώνα της ανεξαρτησίας (1821-1832), που διεξήγαγε ο υπόδουλος ελληνισμός ενάντια στην Οθωμανική αυτοκρατορία και που κατέληξε στην αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Ελληνικού κράτους από την Πύλη, με την συνθήκη του Μαΐου του 1832.
Η περίοδος είναι ευρέως γνωστή στην σύγχρονη Ελλάδα με τον όρο "επανάσταση του 21", και η επέτειος εορτασμού της έναρξής της είναι η 25η Μαρτίου, ημέρα επίσημης αργίας για το Ελληνικό κράτος.
Πολλές επαναστάσεις ενάντια στην οθωμανική κυριαρχία είχαν λάβει χώρα στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο πριν από την μεγάλη επανάσταση του 1821. Άλλες από αυτές ήταν μικρότερης και άλλες μεγαλύτερης σημασίας, όλες όμως είχαν γενικά τοπικό χαρακτήρα. Η επανάσταση του 1821 ήταν η μόνη που οργανώθηκε προσεκτικά, πολλά χρόνια πριν την έκρηξή της στην Ελλάδα. Στον απόηχο των μεγάλων γεγονότων που συγκλόνισαν την Ευρώπη (Γαλλική Επανάσταση του 1789, Ναπολεόντιοι πόλεμοι) αλλά και τον κόσμο (Αμερικανική Επανάσταση), που δεν είχαν αντίκτυπο στις οπισθοδρομικές πλέον δομές της αχανούς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του Μαχμούτ Β' (1808-1839), οι Έλληνες της διασποράς που αποτελούσαν το πιο ενημερωμένο και προοδευτικό κομμάτι του ελληνισμού, ίδρυσαν αρχικά, το 1809, την οργάνωση Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο με πρωτοβουλία του Θεσσαλονικέα λογίου Γρηγορίου Ζαλύκη και της Κύπριας λογίας Ελισάβετ Σαντή Λουμάκη Σενιέ. Η οργάνωση πέτυχε τη στήριξη του Ναπολέοντα Βοναπάρτη και συγκέντρωσε οπλισμό που διαμοιράστηκε στη Μακεδονία και την Ήπειρο προκειμένου να προετοιμαστεί η επανάσταση. Η κίνηση αυτή προδόθηκε στις αρχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τελικά το εγχείρημα απέτυχε.
Από τα σπλάχνα του Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου και κατά το πνεύμα της εποχής ιδρύθηκαν δύο εταιρείες, που αντιπροσωπεύουν ανάγλυφα τις δύο τάσεις του Ελληνισμού στην προσπάθεια για την παλιγγενεσία του στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
Η Φιλόμουσος Εταιρεία, που ιδρύθηκε στη Βιέννη το 1814, ήταν νόμιμη, είχε μέλη πολλούς επιφανείς (Καποδίστριας, Κοραής) και οικονομικά ισχυρούς Έλληνες της διασποράς, έθετε σαν πρώτο στόχο την πνευματική ανύψωση του γένους των Ελλήνων (συγκέντρωση πόρων για ίδρυση σχολείων στην Ελλάδα, επάνδρωσή τους με φωτισμένους δασκάλους, υποτροφίες για σπουδές νέων στο εξωτερικό κλπ.) και κατόπιν όταν οι συνθήκες το ευνοούσαν επανάσταση με εκμετάλλευση κάποιου πιθανού νέου ρωσοτουρκικού πολέμου ή (και αυτό μάλλον ήταν πιό διαδεδομένο στους κόλπους της εταιρείας) εσωτερική "διάβρωση" της αυτοκρατορίας και σταδιακή κατά το δυνατόν "ελληνοποίησή" της με την προώθηση Ελλήνων σε καίριες θέσεις της.
Το έμβλημα της Φιλικής Εταιρείας
Η Φιλική Εταιρεία, που ιδρύθηκε στην Οδησσό της Ρωσίας το 1814, ήταν μυστική και παράνομη, θεωρούσε ότι το γένος ήταν έτοιμο και είχε σαν στόχο την συγκέντρωση πόρων αλλά και την δημιουργία των δομών για άμεση οργάνωση επανάστασης, με επιδίωξη την ίδρυση ανεξάρτητου κράτους και αν οι συνθήκες δεν το επιτρέψουν παραχώρηση αυτονομίας υπό τους κόλπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ιδρύθηκε από φλογερούς πατριώτες, ριζοσπαστικά μέλη της (μικρο)αστικής τάξης και μετά από κάποιες πρώτες δυσκολίες μυήθηκαν σε αυτήν πολλοί λόγιοι, φοιτητές, έμποροι, οικονομικά ισχυροί Έλληνες της διασποράς και ιδίως μετά την μεταφορά της "έδρας" της στην Κωνσταντινούπολη, πολλοί οικονομικά και πολιτικά ισχυροί, ιεράρχες, στρατιωτικά ισχυροί (κλέφτες και αρματολοί) αλλά και απλός κόσμος μέσα στα όρια της αυτοκρατορίας. Ο Πρίγκιπας Αλέξανδρος Υψηλάντης, που ανέλαβε την αρχηγία της Εταιρείας στις 12 Απριλίου 1820, μετά την άρνηση του Ι. Καποδίστρια, επιδίωκε να προετοιμάσει μια γιγαντιαία εθνικοαπελευθερωτική επιχείρηση, που θα συντάρασσε τα Βαλκάνια και για το σκοπό αυτό η Εταιρεία εκτός από την εθνεγερτική δράση της στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο και τους Έλληνες έκανε ή προσπάθησε να κάνει μυστικές συμφωνίες με Ρουμάνους, Σέρβους και Βουλγάρους πατριώτες. Τα συντηρητικά στοιχεία της Φιλικής μαζί με τους προεστούς (κοτζαμπάσηδες) του Μοριά δεν ήθελαν εκτεταμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις στον Ελληνικό χώρο και προωθούσαν την ιδέα να γίνει εκμετάλλευση της προστριβής μεταξύ Πύλης και Αλή πασά. Φήμες ότι τα σχέδια της Φιλικής είχαν προδοθεί στον σουλτάνο από τους Άγγλους υποχρέωσαν τον αρχηγό της να αναπροσαρμόσει το αρχικό σχέδιο, προχωρώντας σε μιά τοπική εξέγερση στις ρουμανικές ηγεμονίες, ελπίζοντας ότι θα τραβήξει προς τα εκεί την προσοχή των Οθωμανών, ώστε να γίνει δυνατή αργότερα η εξέγερση στην Ελλάδα χωρίς μεγάλη οθωμανική στρατιωτική πίεση.
Τα γεγονότα του 1821
Το γενικό των Φιλικών πρόβλεπε ότι η επανάσταση έπρεπε να ξεκινήσει τις πενήντα πρώτες ημέρες του 1821, όταν ο Υψηλάντης θα έφτανε στη Μάνη για να αναλάβει την αρχηγία της. Για την προετοιμασία της επανάστασης έφτασε στον Μοριά ήδη από το τέλος του 1820, ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος Παπαφλέσσας, εξουσιοδοτημένος από την Εταιρεία να προετοιμάσει γενικά την επανάσταση και υπεύθυνος μαζί με τον Αναγνωσταρά για την Μεσσηνία.
Στις 24 Δεκεμβρίου 1820 εκστρατεύει από την Τριπολιτσά εναντίον του Αλή πασά στα Ιωάννινα, ο Χουρσίτ Μεχμέτ Πασάς του Μοριά και μειώνονται σημαντικά οι αξιόμαχες τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή. Στις 6 Ιανουαρίου περνά στο Μοριά από την Ζάκυνθο, ειδοποιημένος από τους Φιλικούς ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Ο Παπαφλέσσας οργώνει τον Μοριά μιλώντας για την επανάσταση σε πόλεις και χωριά. Ο Κολοκοτρώνης κάνει συγκεντρώσεις καπεταναίων από όλη την Πελοπόννησο και τους ενημερώνει να πάρουν τα όπλα μόλις δοθεί το σύνθημα. Άλλοι Φιλικοί προετοιμάζουν την επανάσταση σε Ρούμελη, Θεσσαλία και Μακεδονία.
Στις 26 Ιανουαρίου γίνεται στη Βοστίτσα (Αίγιο) η λεγόμενη σύναξη των προεστών του Μοριά. Μετέχουν επίσημοι αντιπρόσωποι των προεστών της Πάτρας και των Καλαβρύτων, τρεις ιεράρχες (δεσπότες) μεταξύ των οποίων ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, διάφοροι προεστοί και καπεταναίοι από όλη την Πελοπόννησο και ο Παπαφλέσσας. Παπαφλέσσας και καπεταναίοι δηλώνουν έτοιμοι για εξέγερση, οι προεστοί είναι διστακτικοί και ζητούν εγγυήσεις για την υποστήριξη της Ρωσίας, τελικά συμφωνούν όλοι να περιμένουν την άφιξη του Υψηλάντη για να ξεκινήσει η εξέγερση.
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης
Μετά την ουσιαστική αποτυχία στο συντονισμό μιας βαλκανικής εξέγερσης, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης αποφασίζει να εισβάλει στα ρουμανικά πριγκιπάτα κηρύσσοντας την επανάσταση. Πρώτη πολεμική πράξη ήταν η διάβαση του ποταμού Προύθου, στην Μολδαβία στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και η είσοδος στο Γιάσι (Ιάσιο). Στις 24 Φεβρουαρίου βγάζει την ιστορική του προκήρυξη που καλεί τους Έλληνες να πάρουν τα όπλα, βεβαιώνοντας ότι "μια κραταιά δύναμις" είναι έτοιμη να βοηθήσει τον αγώνα. Την 1 Μαρτίου αρχίζει την πορεία του προς τη Βλαχία αφού ενώθηκε με τα τμήματα του Γεωργάκη Ολύμπιου, του Φαρμάκη και πολλών Ελλήνων εθελοντών. Μαζί με τον Ιερό Λόχο που είχε συγκροτηθεί από 500 περίπου σπουδαστές των σχολών των πριγκιπάτων, η στρατιωτική δύναμη του Υψηλάντη έφτανε τους 7.000, μεταξύ των οποίων ήταν Βαλκάνιοι γείτονες (Σέρβοι, Βούλγαροι, Αρβανίτες).
Την 1 Μαρτίου ξεκινά από την Κωνσταντινούπολη με προορισμό την Πελοπόννησο, μετά από ενέργειες του Φιλικού Ξάνθου, ένα καράβι φορτωμένο με προκηρύξεις για εξέγερση. Με το καράβι αυτό θα φτάσει στη Μάνη στα τέλη Μαρτίου και η είδηση της εξέγερσης στα ρουμανικά πριγκιπάτα. Κάποιες αναταραχές των χριστιανών στην Πόλη σχετικές με την εξέγερση στα πριγκιπάτα, θα δώσουν όταν ξεσπάσει η επανάσταση στο Μοριά αφορμή για σφαγές.
Η Πύλη θεωρούσε πρωταρχικό θέμα την αντιμετώπιση της ανταρσίας του Αλή πασά, αλλά ανησυχούσε σοβαρά από τις φήμες και τις καταγγελίες των Άγγλων για εξέγερση στο Μοριά. Λίγο μετά την εξέγερση στις ρουμανικές ηγεμονίες, αλλά όχι εξαιτίας της, οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς κάλεσαν τους προεστούς του Μοριά με πρόσχημα την συνηθισμένη κοινή ετήσια σύσκεψη, με στόχο όμως να τους κρατήσουν ομήρους. Οι περισσότεροι προεστοί ήταν διστακτικοί και δεν πήγαν και σωστά, αφού όσοι πήγαν εκτελέστηκαν με το ξέσπασμα της επανάστασης.
Στις 11 Μαρτίου φτάνει με καράβι στην Χαλκιδική ο Φιλικός Εμμανουήλ Παππάς με εντολή να οργανώσει την επανάσταση. Πολλοί καλόγεροι από το Άγιο Όρος ξεσηκώνονται έτοιμοι να τον ακολουθήσουν και γίνονται επαφές με Μακεδόνες οπλαρχηγούς σε μια προσπάθεια να προετοιμαστεί μια συντονισμένη εξέγερση.
Στα μέσα Μαρτίου 1821 ο Παπαφλέσσας είχε ολοκληρώσει τον κύκλο των περιοδειών του στην Πελοπόννησο και βρισκόταν μαζί με τον Αναγνωσταρά στη Μεσσηνία, που ήταν η περιοχή για την οποία είχε ταχθεί υπεύθυνος από την Φιλική Εταιρεία. Ο Κολοκοτρώνης ήταν επίσης στο χώρο ευθύνης του, τη Μάνη. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν κρυμμένος στην Πάτρα, έτοιμος να αναλάβει δράση. Άλλοι Φιλικοί ήταν σε διάφορους χώρους ευθύνης ο καθένας. Παρά τις αμφιβολίες των προεστών, το κλίμα στην Πελοπόννησο ήταν έντονα επαναστατικό και ένας σπινθήρας έλειπε για την έκρηξη. Στο δεκαήμερο μεταξύ 14-25 Μαρτίου δόθηκε το έναυσμα της επανάστασης σε διαφορετικά σημεία στο Μοριά. Στις 14 Μαρτίου 1821 καταφθάνει στη Ζάχολη , από το Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία του Κούτου , ο ηγούμενος Γερμανός ,όπου μετά από πανηγυρική δοξολογία στον ναό του Αγίου Γεωργίου, υψώνει την Σημαία της Επαναστάσεως με τα σύμβολα της Φιλiκής Εταιρείας και μαζί με τους Ζαχολίτες οπλαρχηγούς Παναγιωτάκη Γεραρή και Χρήστο Ζίνη ή Ζαχολίτη εκδιώκουν από την Ζάχολη τις τούρκικες οικογένειες. Στό Φενεό ο Αναγνώστης Κορδής και ο Χρήστος Ζαχολίτης, μετά από συμπλοκή σκότωσαν τούρκους γυφτοχαράτζηδες και ύστερα με ένοπλους Ζαχολίτες ενίσχυσαν τη μικρή δύναμη του Φιλικού Νικόλα Σολιώτη που μαζί με τους Ζαχολίτες επιτέθηκε σε Οθωμανούς φοροεισπράκτορες (χαρατζήδες) στο χωριό Πόρτα των Καλαβρύτων. Παράλληλα ο Παναγιωτάκης Γεραρής με 60 Ζαχολίτες ξεκίνησε για να λάβει μέρος στην πολιορκία της Ακροκορίνθου που άρχισε στις 24 Μαρτίου. Στις 20 Μαρτίου ο Σολιώτης με τους Πετμεζαίους χτύπησαν τους Οθωμανούς στους τρεις πύργους των Καλαβρύτων, όπου κλείστηκαν οι ντόπιοι μουσουλμάνοι και ξεκίνησαν την πολιορκία τους πιάνοντας τον πασά των Καλαβρύτων Αρναούτογλου. Στις 21 Μαρτίου, ξεσηκώθηκε η Πάτρα από τους Φιλικούς Παναγιώτη Καρατζά, Βαγγέλη Λειβαδά και Ν. Γερακάρη και οι Οθωμανοί αναγκάστηκαν να κλειστούν στο φρούριό της και η Μάνη με τους Κολοκοτρώνη, Παπαφλέσσα, Νικηταρά και Κεφάλα. Στη Μάνη εξοπλίστηκαν 2.000 Μανιάτες και Μεσσήνιοι με πολεμοφόδια που είχαν σταλεί από τους Φιλικούς της Σμύρνης και είχαν φτάσει εκεί με καράβια. Στις 23 Μαρτίου μπήκαν στην Καλαμάτα και αυτό είναι η πρώτη πολεμική επιτυχία της επανάστασης. Στις 24 Μαρτίου μαζεύτηκαν στα περίχωρα της Καλαμάτας γύρω στους 5.000 Έλληνες για να πάρουν την ευλογία της Εκκλησίας και την ίδια μέρα ξεσηκώθηκε η Φωκίδα στη Ρούμελη.
Στην Καλαμάτα συστάθηκε η Μεσσηνιακή γερουσία και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης τοποθετήθηκε επικεφαλής της. Πρώτη πράξη της νέας εξουσίας ήταν να στείλει έγγραφο προς τα χριστιανικά έθνη ζητώντας τη βοήθειά τους και αυτό το έγγραφο είναι και η πρώτη πράξη διεθνούς δικαίου της επανάστασης. Στην Πάτρα ιδρύθηκε το Αχαϊκό διευθυντήριο, από τους προεστούς Ανδρέα Λόντο και Χαραλάμπη, τον Παπαδιαμαντόπουλο και το δεσπότη Παλαιών Πατρών Γερμανό.
Στα πριγκιπάτα η επανάσταση εξαπλώνεται με επιτυχία. Οι Ρουμάνοι σύμμαχοι ήταν συσπειρωμένοι γύρω από τον εθνικό τους ηγέτη, συνεργάτη των Φιλικών Τούντορ (Θεόδωρος) Βλαντιμιρέσκου, που είχε κηρύξει επανάσταση ένα μήνα πριν ο Υψηλάντης περάσει τον Προύθο. Στις 21 Μαρτίου ο Βλαντιμιρέσκου με 6.000 πεζούς και 2.500 ιππείς καταλαμβάνει το Βουκουρέστι μέσα σ ένα κλίμα γενικού ενθουσιασμού του πληθυσμού και ακολουθεί ο Υψηλάντης που μπήκε στην πόλη με τον στρατό του στις 27 Μαρτίου. Όλα έδειχναν ότι τα δύο κινήματα, θα συνεργάζονταν για την επιτυχία της εξέγερσης όμως για ποικίλους λόγους αυτό δεν έγινε.
Ο όρκος στην Αγία Λαύρα
Η 25η Μαρτίου είναι εθνική εορτή, καθώς είχε οριστεί με βασιλικό διάταγμα του Όθωνα στις 15 Μαρτίου του 1838 ως επέτειος της έναρξης της Επανάστασης, μάλλον με την έννοια της συμπύκνωσης στην ημέρα αυτή των επαναστατικών γεγονότων των ημερών.
Για το τί έγινε εκείνες τις ημέρες υπάρχουν πολλές διαφορετικές απόψεις. Σύμφωνα με την παράδοση στις 25 Μαρτίου του 1821, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλόγησε μία ελληνική σημαία και κήρυξε την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας. Όμως, η Ελληνική Επανάσταση είχε ήδη ξεκινήσει στις 21 Φεβρουαρίου από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στο Ιάσιο. Ο ίδιος ο Γερμανός δεν αναφέρει απολύτως τίποτα σχετικό στα απομνημονεύματά του, για την ημέρα εκείνη, αλλά αντιθέτως ότι δε βρισκόταν στη Λαύρα. Παρ'ολα αυτά το γεγονός οτι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός άφησε ανολοκλήρωτα απομνημονεύματα δεν μας αφήνει να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα.
Οι περισσότεροι ιστορικοί, όπως αναφέρει ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ήταν της άποψης που αναφέρεται στα απομνημονεύματα του Παλαιού Πατρών Γερμανού, δηλαδή, "οι δε συγκεντρωθέντες αποφάσισαν να μην δώσουν αιτίαν τινά, αλλά ως φοβισμένοι να παραμερίσωσι εις ασφαλή μέρη". Άλλοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο πυρήνας της όλης ιστορίας διασώζει κάποια ιστορική αλήθεια, βασιζόμενοι σε προσωπικά αρχεία αγωνιστών και ιεραρχών του 1821, που ισχυρίζονται ότι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός τέλεσε δοξολογία στις 17 Μαρτίου στην Αγία Λαύρα, ύψωσε το λάβαρο και όρκισε ορισμένους κοτζαμπάσηδες και επισκόπους του Μωριά, που βρίσκονταν εκεί για τον εορτασμό του Αγίου Αλεξίου. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι συγκεντρωμένοι έφυγαν από την Αγία Λαύρα έχοντας γνώση της επικείμενης έναρξης επανάστασης.
Στην Στερεά Ελλάδα κηρύχθηκε επίσημα η έναρξη της επανάστασης στις 27 Μαρτίου, στη μονή οσίου Λουκά κοντά στη Λιβαδειά, με παρόντες τους οπλαρχηγούς Αθανάσιο Διάκο και Βασίλη Μπούσγο και προκρίτους της περιοχής.
Η επανάσταση επεκτάθηκε γρήγορα σε όλη την Πελοπόννησο και Ανατολική Στερεά και είχε μεγάλη επιτυχία αφού πέρασαν στον έλεγχο των επαναστατών πολύ σύντομα,Ζάχολη (14 Μαρτίου), Καλαμάτα (23 Μαρτίου), Αίγιο (23 Μαρτίου), Καλάβρυτα (26 Μαρτίου), Άργος, Καρύταινα, Μεθώνη, Νεόκαστρο, Φανάρι, Γαστούνη, Ναύπλιο στην Πελοπόννησο και Σάλωνα (Πανουργιάς, 27 Μαρτίου), Γαλαξίδι (Γκούρας, 28 Μαρτίου), Λιδωρίκι (Σκαλτζάς, 28 Μαρτίου), Μαλανδρίνο (Σκαλτζάς, 30 Μαρτίου), Λιβαδειά (Διάκος, 31 Μαρτίου), Θήβα (Μπούσγος, 3 Απριλίου), Αταλάντη στη Στερεά Ελλάδα.
newsday