Με νόμους της Δικτατορίας φοροδιαφεύγουν οι Έλληνες πλοιοκτήτες
Το σκανδαλώδες καθεστώς φορολογικής ασυλίας των εφοπλιστών με τις δεκάδες ευνοϊκές ρυθμίσεις και απαλλαγές διατηρείται στο ακέραιο για περισσότερα από 40 χρόνια.
Τα βάρβαρα μέτρα που επιβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα δεν έχουν αφήσει κανέναν τομέα της εθνικής οικονομίας αλώβητο. Ωστόσο, το εφοπλιστικό κεφάλαιο σαν άλλη «ιερή αγελάδα», εξακολουθεί να παραμένει στο απυρόβλητο, απολαμβάνοντας ένα σκανδαλώδες καθεστώς φορολογικής ασυλίας που διατηρείται στο ακέραιο για περισσότερα από σαράντα χρόνια.
Την ίδια ώρα δηλαδή που ακόμα και ο πρακτικά άνεργος ελεύθερος επαγγελματίας υποχρεούται να πληρώσει πλήθος εκτάκτων φόρων και επιβαρύνσεων όντας σε εγνωσμένη αδυναμία πληρωμών, οι εφοπλιστές, οι οποίοι θα έπρεπε να είναι οι πρώτοι που θα συνεισέφεραν, βλέπουν αμετανόητοι και είρωνες τα οικονομικά τους μεγέθη να καλπάζουν.
Η ιστορία ξεκινάει αμέσως μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν λόγω των ζημιών που υπέστη η ελληνόκτητη ναυτιλία στη διάρκεια του, οι εφοπλιστές λαμβάνουν ως πολεμική αποζημίωση περισσότερα από 30 εκατομμύρια λίρες (εκείνης της εποχής), ενώ παράλληλα «προικοδοτούνται» και με 100 «Λίμπερτυς», καθώς με την εγγύηση της τότε κυβέρνησης, πλήρωσαν μόνο το 25% της αξίας τους.
Το 1953 και σε συνέχεια των μέτρων στήριξης του εφοπλισμού, ο οποίος ακόμα εξαργυρώνει την αμφισβητήσιμη για πολλούς προσφορά του στον Πόλεμο, το κράτος καθιερώνει έναν μόνο κατ' όνομα φόρο, ο οποίος θα βοηθούσε του Έλληνες εφοπλιστές να ξαναχτίσουν το στόλο τους. Πρόκειται για τον λεγόμενο φόρο χωρητικότητας, ο οποίος επιβάλλεται στις ναυτιλιακές εταιρείες με βάση τη χωρητικότητα που εκμεταλλεύονται και επιτρέπει ουσιαστικά στους Έλληνες εφοπλιστές να μην πληρώνουν φόρους εισοδήματος για τα κέρδη τους.
Το σκανδαλώδες καθεστώς φορολογικής ασυλίας των εφοπλιστών με τις δεκάδες ευνοϊκές ρυθμίσεις και απαλλαγές διατηρείται στο ακέραιο για περισσότερα από 40 χρόνια.
Τα βάρβαρα μέτρα που επιβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα δεν έχουν αφήσει κανέναν τομέα της εθνικής οικονομίας αλώβητο. Ωστόσο, το εφοπλιστικό κεφάλαιο σαν άλλη «ιερή αγελάδα», εξακολουθεί να παραμένει στο απυρόβλητο, απολαμβάνοντας ένα σκανδαλώδες καθεστώς φορολογικής ασυλίας που διατηρείται στο ακέραιο για περισσότερα από σαράντα χρόνια.
Την ίδια ώρα δηλαδή που ακόμα και ο πρακτικά άνεργος ελεύθερος επαγγελματίας υποχρεούται να πληρώσει πλήθος εκτάκτων φόρων και επιβαρύνσεων όντας σε εγνωσμένη αδυναμία πληρωμών, οι εφοπλιστές, οι οποίοι θα έπρεπε να είναι οι πρώτοι που θα συνεισέφεραν, βλέπουν αμετανόητοι και είρωνες τα οικονομικά τους μεγέθη να καλπάζουν.
Η ιστορία ξεκινάει αμέσως μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν λόγω των ζημιών που υπέστη η ελληνόκτητη ναυτιλία στη διάρκεια του, οι εφοπλιστές λαμβάνουν ως πολεμική αποζημίωση περισσότερα από 30 εκατομμύρια λίρες (εκείνης της εποχής), ενώ παράλληλα «προικοδοτούνται» και με 100 «Λίμπερτυς», καθώς με την εγγύηση της τότε κυβέρνησης, πλήρωσαν μόνο το 25% της αξίας τους.
Το 1953 και σε συνέχεια των μέτρων στήριξης του εφοπλισμού, ο οποίος ακόμα εξαργυρώνει την αμφισβητήσιμη για πολλούς προσφορά του στον Πόλεμο, το κράτος καθιερώνει έναν μόνο κατ' όνομα φόρο, ο οποίος θα βοηθούσε του Έλληνες εφοπλιστές να ξαναχτίσουν το στόλο τους. Πρόκειται για τον λεγόμενο φόρο χωρητικότητας, ο οποίος επιβάλλεται στις ναυτιλιακές εταιρείες με βάση τη χωρητικότητα που εκμεταλλεύονται και επιτρέπει ουσιαστικά στους Έλληνες εφοπλιστές να μην πληρώνουν φόρους εισοδήματος για τα κέρδη τους.