Ο γενναίος Χάρης και η απαξίωση της αριστείας...
Ο Χάρης Ιωάννου είναι μαθητής της Γ Λυκείου. Διαθέτοντας, προφανώς μεγάλη έφεση στην τεχνολογία, δημιούργησε ένα ηλεκτρονικό γάντι για ανθρώπους με κινητικά προβλήματα. Κάποιος καθηγητής του πρότεινε να την υποβάλει στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Νέων Επιστημόνων, όπου ο Χάρης απέσπασε πανηγυρικά το πρώτο βραβείο.
Κατόπιν, η επιστημονική επιτροπή του υπουργείου Παιδείας έκρινε ότι... η συμμετοχή του άξιζε να εκπροσωπήσει τη χώρα μας στον 24ο Ευρωπαϊκό Διαγωνισμό για Νέους Επιστήμονες που πραγματοποιήθηκε στην Μπρατισλάβα τον Σεπτέμβριο. Εκεί, ο 17χρονος μαθητής απέσπασε ξανά το πρώτο βραβείο στην κατηγορία Μηχανική, κερδίζοντας και χρηματικό έπαθλο 3.000 ευρώ.
Η περίπτωση του Χάρη δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη και ανήκει στις εξαιρέσεις των Ελλήνων που διαπρέπουν διεθνώς με τις καινοτομίες τους, τις εφευρέσεις τους, την παραγωγικότητα και τις δημιουργικές τους κατακτήσεις. Ο Χάρης ετοιμάζεται ήδη να πουλήσει την πατέντα του κερδίζοντας χρήματα αλλά και προσφέροντας ουσιαστική βοήθεια σε χιλιάδες ανθρώπους. Συχνά βέβαια, καταξιωμένοι επιστήμονες, φοιτητές, επιχειρηματίες ή και αθλητές καταφέρνουν να διακριθούν. Τα μίντια ανακοινώνουν με υπερηφάνεια τη διάκριση κι εμείς αισθανόμαστε εθνικά υπερήφανοι .
Πόσο όμως, δικαιολογημένη είναι αυτή η ικανοποίηση, που συνεπαίρνει την πολιτισμική μας συνείδηση και ενισχύει την εθνική μας αυτοπεποίθηση;
Μία σειρά από στατιστικές έρευνες διαφόρων διεθνών οργανισμών, όπως ο ΟΟΣΑ, δείχνουν ότι οι Έλληνες μαθητές πλασάρονται στις τελευταίες θέσεις, παγκοσμίως. Έτσι προκύπτει και το θλιβερό συμπέρασμα για την ποιότητα της ελληνικής εκπαίδευσης, σε όλες της τις βαθμίδες. Παρ΄ όλη όμως, τη βεβαιότητα για την κατάντια του συστήματος πληροφορούμαστε με έκπληξη, πως σε Ολυμπιάδες μαθημάτων και σε διεθνείς διαγωνισμούς τα ελληνόπουλα βρίσκονται στις πρώτες θέσεις.
Ανακαλύπτουμε λοιπόν, πως κάτι παράξενο συμβαίνει στην κοινωνία των νέων και στην ελληνική εκπαίδευση. Από τη μία, ο μέσος όρος είναι από τους χειρότερους σε όλο τον δυτικό κόσμο και από την άλλη, τα άτομα, οι μονάδες, οι χαρισματικές προσωπικότητες αξιολογούνται ως άριστοι των αρίστων. Είναι φανερό λοιπόν, ότι για κάποιους λόγους, είμαστε τελευταίοι στο μέσο όρο των επιδόσεων και πρώτοι στις ατομικές επιδόσεις.
Όλα αυτά δείχνουν πως μάλλον βρισκόμαστε σε πλάνη, όταν πανηγυρίζουμε τις ατομικές ή συλλογικές διακρίσεις ομοεθνών μας. Οι έρευνες του ΟΟΣΑ αξιολογούν τη μεγάλη πλειοψηφία των μαθητών που δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε βασικές δεξιότητες. Από αυτό καταλαβαίνουμε πως το σύστημα που χρησιμοποιούμε στην Ελλάδα για να μορφώσουμε τους Έλληνες είναι τελείως ανεπαρκές. Οι δείκτες καινοτομίας, γλωσσικής αγωγής, τεχνολογικής κατάρτισης, ικανότητας επίλυσης προβλημάτων, αισθητικής καλλιέργειας και αθλητικής παιδείας είναι αποκαρδιωτικοί. Πως λοιπόν να συνδέσουμε την οποιαδήποτε μαθητική, επιστημονική, αθλητική επιτυχία των Ελλήνων με τα εφόδια που η κοινωνία τους παρείχε για να τους μορφώσει; Πως μπορούμε να αισθανθούμε ότι ως Έλληνες ανήκουμε μαζί με τους διακριθέντες σε ένα κοινό σύστημα αξιών, άσκησης δεξιοτήτων και καλλιέργειας των ικανοτήτων.
Είναι φανερό πως οι άριστοι δεν αναδεικνύονται από την οργάνωση, τις υπηρεσίες και τις υποδομές της ελληνικής πολιτείας. Μόνοι τους καταφέρνουν να ξεδιπλώσουν το ταλέντο τους για πολλούς λόγους. Πρώτον η ελληνική οικογένεια ιεραρχεί την παιδεία σε πολύ υψηλή θέση έναντι άλλων κοινωνιών. Στο μεγαλύτερο ποσοστό αποτυγχάνει γιατί εναποθέτει τις ελπίδες της στο σύστημα, ακολουθώντας την πεπατημένη του επίσημου κράτους. Από το μεγάλο όμως ενδιαφέρον, προκύπτουν περιπτώσεις σπουδαίων και ταλαντούχων παιδιών, που ξεχωρίζουν στο αντικείμενό τους. Το δεύτερο στοιχείο είναι η εξωστρέφεια.
Οι διακρίσεις που ανέφερα παραπάνω δεν σχετίζονται μόνο με τους ομοεθνείς της Ελλάδας αλλά και πολλών άλλων που μεγάλωσαν ή σπούδασαν στο εξωτερικό. Αν για παράδειγμα, ένας Έλληνας φοιτητής βρέθηκε για τις μεταπτυχιακές του σπουδές σε ένα δημιουργικό χώρο, αν κάποιος επιστήμονας εργάστηκε σε κατάλληλο ερευνητικό περιβάλλον, αν ένας αθλητής μεγάλωσε στο εξωτερικό, η επιτυχία του πρέπει να πιστωθεί στην Ελλάδα μόνο και μόνο επειδή είναι Έλληνας; Ας μην ξεχνάμε πως ο αμερικανοτραφής Γκάλης αναμόρφωσε το ελληνικό μπάσκετ και το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα το πήραμε, όταν οι Έλληνες παίκτες έπαιξαν σε ξένες ομάδες και με προπονητή τον Ρεχάγκελ.
Στην περίπτωση τώρα, του Χάρη Ιωάννου το εκπαιδευτικό περιβάλλον όχι μόνο δεν ασχολήθηκε με τις δεξιότητές του αλλά, εξαιτίας της δυσλεξίας του, «ανέχτηκε» υπομονετικά την ύπαρξή του μέσα στην τάξη. Ο Χάρης βρισκόταν στο περιθώριο, ώσπου κάποιος καθηγητής τον προέτρεψε να στείλει την ανακάλυψή του σε διαγωνισμό. Το επίσημο σχολείο αδιαφορούσε ως εκείνη τη στιγμή παντελώς για τις ικανότητες αυτού του παιδιού.
Είναι πραγματικά εντυπωσιακή η προσπάθεια της ελληνικής πολιτείας να καθηλώσει στην ημιμάθεια, στην παθητικότητα και την πνευματική αφλογιστία το μέσο όρο της κοινωνίας. Θα εκπλαγούμε, όταν διαπιστώσουμε ότι το 70% των μαθητών «σέρνεται» στο Γενικό Λύκειο χωρίς να μπορεί να ανταποκριθεί σε στοιχειώδεις αρχές κατανόησης κειμένου ή μιας άσκησης μαθηματικών. Θα απογοητευτούμε, όταν δούμε στο εβδομαδιαίο πρόγραμμα μόνο δύο ώρες γυμναστικής και παντελή έλλειψη οργανωμένου σχολικού αθλητισμού. Θα τρομάξουμε, όταν αντιληφθούμε ότι οι μαθητές κοινωνικοποιούνται όχι από βασικές αρχές ενός δημιουργικού σχολείου αλλά από το ανεξέλεγκτο μιντιακό, παραπολιτιστικό περιβάλλον της εξωσχολικής τους ζωής.
Ο μέσος όρος της ελληνικής κοινωνίας προκύπτει από το μέσο όρο των Ελλήνων μαθητών και όχι από τις φωτεινές εξαιρέσεις των αρίστων. Δυστυχώς κανένας μηχανισμός δε φαίνεται να αλλάζει τη φθίνουσα πορεία των πολλών. Καταλήξαμε να εκτρέφουμε μια κοινωνία μετρίων που όχι μόνο δεν ενδιαφέρεται για δημιουργία, καινοτομία και παραγωγικότητα αλλά καταπιέζει αφόρητα και τους ελάχιστους που θέλουν κάπου να αξιοποιήσουν την αριστεία τους. Τουλάχιστον, πριν τη δεκαετία του ΄80, οι μέτριοι κάτι μάθαιναν από τους καλούς, από σεβασμό και δέος στην ικανότητά τους. Μετά όμως, την ισοπέδωση του λαϊκισμού, η ημιμάθεια όπλισε τη μεγάλη μάζα των μετρίων με θράσος και αναίδεια απέναντι στην ικανότητα των αρίστων. Έτσι λοιπόν, ο μέσος όρος που στηρίζει τη λειτουργία μιας κοινωνίας κατάντησε η βάρβαρη συντηρητική μάζα που αντιστέκεται σε κάθε καινοτόμο και δημιουργική προσπάθεια.
Ο Χάρης Ιωάννου βραβεύτηκε και κάποιοι ασχολήθηκαν μαζί του με θαυμασμό. Για άλλη μία φορά όμως, το γεγονός μιας βράβευσης μας θυμίζει τη νοσηρή ανεπάρκεια του ελληνικού κράτους να ανακαλύψει τους αρίστους, να καλλιεργήσει τα ταλέντα τους και να τους προτάξει ως πρότυπα στους υπόλοιπους. Το ελληνικό σχολείο έχει χρέος να ενισχύσει την αριστεία και να καλλιεργήσει σε όλους τους μαθητές τη διάθεση για έρευνα και δημιουργικότητα. Οφείλει η εκπαιδευτική διαδικασία να ξεφύγει από τις παλιομοδίτικες πρακτικές της αποστήθισης, της δογματικής ύλης και της ανώφελης θεωρητικής κατάρτισης. Χρειάζεται σύνδεση με το εξωσχολικό περιβάλλον της τέχνης, της τεχνολογίας, της αγοράς για να μπορέσει ο μαθητής να ξεδιπλώσει τις πραγματικές του δεξιότητες και να αποκτήσει ρόλο και αυτοπεποίθηση.
Χωρίς την ανάταση του μέσου όρου, όσο και να βραβεύεται ο «γενναίος» Χάρης, όσο και να εμφανίζονται περιστασιακά, φωτεινές εξαιρέσεις, η ελληνική κοινωνία θα βουλιάζει στο συντηρητισμό και στη φοβία. Οι πρακτικές του μεσσιανισμού, με το ντοπάρισμα των αθλητών, την κατασκευή εθνικών ειδώλων, την πριμοδότηση του βαθμοθήρα μαθητή, την εκμετάλλευση του επιστημονικού έργου για παράνομες επιχορηγήσεις, ήταν αποκλειστικό έργο των μετρίων που αναλώθηκαν στην εκδίκηση των αληθινών αρίστων. Είναι καιρός για μεγάλες αλλαγές. Ας βρεθεί κάποτε ένας Υπουργός να καταλάβει ότι στα σχολεία κρίνεται το μέλλον μιας χώρας και όχι στις φαντασιώσεις των πολιτικών.
Από τον Ανδρέα Ζαμπούκα (Καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου