Οι "Μαγεμένες"
Ο τίτλος και ο μύθος που τις περιβάλλει είναι ελκυστικός. Εχει έρωτα, μάγια και ξόρκια, μαρμαρωμένους βασιλιάδες, θεούς και ήρωες της ελληνικής μυθολογίας αλλά και μία θλιβερή λεηλασία που αποσιωπήθηκε και ξεχάστηκε.
Hρθα σήμερα να σας αφηγηθώ μια ιστορία της Ανατολής. Γιατί Ανατολή ήτανε η Θεσσαλονίκη το 19ο αιώνα, όταν το μικρό ελληνικό κράτος αγωνίζονταν να σηκώσει κεφάλι. Salonique, Turquie, έγραφαν μέχρι το 1912 οι σφραγίδες του ταχυδρομείου.
Μια ιστορία με βασίλισσες και βασιλιάδες, με χαμένα παλάτια και λασπωμένους στενούς δρόμους ανάμεσα σε ξύλινα τουρκόσπιτα, με ζαπτιέδες και υποχρεωτικούς πασάδες, με υπεροπτικούς ξένους και ατέλειωτη, πολύχρωμη φτωχολογιά, που έβγαζε το ψωμί και ζούσε, κι ας χτύπαγε την πόλη ο βοριάς κι ας πόναγαν τα κόκκαλα από την υγρασία - πράγμα στο οποίο επιμένουν οι ξένοι ταξιδιώτες - Χοάνη ζωντανή η Θεσσαλονίκη, που εύρισκαν καταφύγιο οι κατατρεγμένοι.
Πάνω στα σημερινά ερείπια της αρχαίας αγοράς της Θεσσαλονίκης, ο μύθος διηγείται πως 2.000 χρόνια πριν γεννήθηκε ένας παράνομος έρωτας μεταξύ του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της γυναίκας του βασιλιά της Θράκης. Ο Θράκας βασιλιάς, που την εποχή εκείνη φιλοξενούνταν στο παλάτι που υπήρχε εκεί, αντιλήφθηκε το γεγονός και οργισμένος έβαλε τους μάγους του να κάνουν μάγια στον Αλέξανδρο. Ο Αλέξανδρος, με τη βοήθεια του Αριστοτέλη, αντέστρεψε τα μάγια με αποτέλεσμα το μαγικό να χτυπήσει τη βασίλισσα και να μαρμαρώσει αυτή και η συνοδεία της, το βράδυ που πήγαιναν στο δωμάτιο του Αλέξανδρου.
Οι Μαγεμένες που τοποθετήθηκαν κατά τον 2ο μ.Χ. αιώνα, στέκονταν ακίνητες, σαν μαγεμένες που ήταν, πάνω σε μια κιονοστοιχία ανάμεσα στα σπίτια της εβραϊκής συνοικίας Rogos, μεταξύ των λουτρών “Παράδεισος” και της Παναγίας Χαλκέων, πάνω από την Εγνατία οδό και νότια της ανεσκαμμένης αρχαίας αγοράς.
Πρόκειται για οχτώ ανάγλυφες μυθολογικές μορφές, όπου αναπαριστούσαν το νεαρό θεό Διόνυσο δίπλα σε έναν πάνθηρα, την Αύρα με το πέπλο της, την Αριάδνη στεφανωμένη με τα φύλλα μιας κληματαριάς, τη Λήδα μαζί με τον κύκνο, μια Μαινάδα που παίζει διπλό φλάουτο, το Γανυμήδη μαζί με το Δία μεταμορφωμένο σε αετό και έναν Διόσκουρο με μια αναπαράσταση αλόγου στα πόδια του.
Το μνημείο ονομάστηκε “Είδωλα”: "Στοά των Ειδώλων" από τους Έλληνες, Incantadas (Mαγεμένες) στα ισπανοεβραϊκά και Suretler (Άγγελοι) στα τουρκικά.
Η ιστορία των Μαγεμένων παρουσιάζει ενδιαφέρον από αρκετές απόψεις:
● Eίναι ένα μνημείο της αρχαιότητας που δεν κατέρρευσε και συνέχισε να είναι ορατό στο κέντρο της πόλης ακολουθώντας την ιστορία της, μέχρι που διαλύθηκε και μεταφέρθηκε στη Γαλλία (τον Ιανουάριο του 1865) με την άδεια των οθωμανικών αρχών, από το Γάλλο παλαιογράφο Emmanuel Miller.
● Δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι η διάλυση και μεταφορά του μνημείου αποτέλεσε μια οργανωμένη επιχείρηση υπό την προστασία του αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ της Γαλλίας, και η οποία εντάσσεται στο πνεύμα συλλογής ή αρπαγής, όπως θέλετε, αυθεντικών ελληνικών αρχαιοτήτων που ήταν της μόδας το 18ο και 19ο αι και πραγματοποιήθηκε με πρωτοφανή αδιαφορία για το ίδιο το μνημείο που δεν πέρασε ασχολίαστη ούτε από τους σύγχρονους, ούτε από τους μετέπειτα μελετητές.
Tαξίδι στο χρόνο, γυρνάμε στο 1864 για να παρακολουθήσουμε τα πραγματικά περιστατικά του ξενιτεμού των Μαγεμένων, όπως τα παρουσιάζει ο ίδιος ο εντεταλμένος “συλλέκτης”, παλαιογράφος Emmanuel Miller, στις επιστολές που έστελνε στη σύζυγό του, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στον τόμο “Le mont Athos, Vatopedi, l’ ile de Thassos”, Paris 1889.
Στις 10 Οκτωβρίου του 1854, από τη Θάσο όπου βρίσκεται συγκεντρώνοντας αρχαιότητες, ο Miller ανακοινώνει “το μεγάλο νέο”: “O σουλτάνος, μέσω του μεγάλου βεζύρη Φουάντ Πασά, μου έδωσε την άδεια να αφαιρέσω και να μεταφέρω στη Γαλλία τα οκτώ αγάλματα της Θεσσαλονίκης που τόσο επιθυμούσα” ...
Φαίνεται πως για περισσότερα από εκατό χρόνια οι πρόξενοι της Γαλλίας και της Αγγλίας έκαναν προσπάθειες για να αποκτήσουν άδεια για την αφαίρεση των Μαγεμένων, αλλά ο εκάστοτε πασάς ήταν απρόθυμος. “Θα έχω λοιπόν τα αγάλματά μου, λέω θα έχω, γιατί υπάρχουν ακόμη μεγάλες δυσκολίες. Ο εβραϊκός και ελληνικός πληθυσμός της Θεσσαλονίκης θα εκμανεί όταν μάθει ότι θα πάρουν αυτά τα αγάλματα.... Θα χρειαστεί ο πασάς να στείλει ένοπλη δύναμη και όσο διακριτικοί κι αν είμαστε το νέο θα κυκλοφορήσει πολύ γρήγορα. Τώρα που η τουρκική κυβέρνηση έδωσε το λόγο της, δεν θα επανέλθει και πρέπει οπωσδήποτε να δράσουμε”
Μετά από ένα περιπετειώδες θαλασσινό ταξίδι ο Miller αγκυροβολεί στη Θεσσαλονίκη, στο λιμάνι των Μύλων Αλατίνι για λόγους μυστικότητας, στις 29 Οκτωβρίου. Το σχέδιο είναι να μεταφερθούν εκεί τα γλυπτά των Μαγεμένων χωρίς να πάρει είδηση ο κόσμος. Ωστόσο, κατά τη συνάντηση με τον γάλλο πρόξενο Μ. de Pontcharra μαθαίνει ότι η εντολή από τη Γαλλία έχει αλλάξει: “Υπάρχει ενδιαφέρον για το σύνολο του μνημείου, πάρτε τα όλα”.Ο Μiller χαρακτηρίζει την εντολή “τρέλα ανέφικτη” καθώς το πλοίο του δεν διαθέτει τα αναγκαία μηχανήματα για να υψώσει μαρμάρινους όγκους πέντε έως έξι τόνων.
Φέρνει το πλοίο στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, το νέο κυκλοφορεί. Το ίδιο πρωί πηγαίνει στον πασά, ο οποίος είναι υπερβολικά εξυπηρετικός μαζί του και του παρέχει ό,τι ζητά: άνδρες, στρατιώτες, άμαξες κ.ά. Του χαρίζει μάλιστα κι ένα αρχαίο αγγείο, ο Miller το δέχεται “με ευγνωμοσύνη”.
Την 1η Νοεμβρίου μέρα των Αγίων Πάντων δίνει ρεπό στους ναύτες του. “Ο πληθυσμός ήδη είναι αναστατωμένος και κινητοποιείται. Έχει εκμανεί που πρόκειται να πάρω τα αγάλματα, τα οποία είναι φρικτά παραμορφωμένα”. Σημειώνει εδώ ότι οι παλιοί γενίτσαροι διασκέδαζαν κάνοντας σκοποβολή πάνω στα γλυπτά και αργότερα το ίδιο και οι κάτοικοι(!) “Ο ιδιοκτήτης κυρίως, που βρίσκεται μέσα στην αυλή του το μνημείο, διασκεδάζει με τη σειρά του να σπάει από καιρού εις καιρόν κομματάκια και να τα πουλάει στους τουρίστες”.
Στις 2 Νοεμβρίου αρχίζουν από το πρωί, περιτριγυρισμένοι από ένα πλήθος “περίεργων γεμάτων κακοβουλία”. Οι ναύτες ετοιμάζουν το όχημα για τη μεταφορά των αγαλμάτων. “Από εκείνη τη στιγμή, όλα μαθεύτηκαν παντού και ο πληθυσμός συνταράχθηκε με θαυμαστό τρόπο: κουτσομπολιά, λόγια, φλυαρίες, απίστευτες ασυναρτησίες. Όλοι οι ξένοι πρόξενοι έτρεξαν να τηλεγραφήσουν στην Κωνσταντινούπολη για να σταματήσουν την απομάκρυνση των αγαλμάτων”.
Στις 3 Νοεμβρίου, με τη βοήθεια ενός βαρούλκου, κατεβαίνει το πρώτο από τα τρία τμήματα του επιστυλίου “υπό το γενικό θαυμασμό”.
Την επόμενη ημέρα ο συνωστισμός στους γύρω δρόμους είναι τρομερός. Το κατέβασμα των αγαλμάτων είναι ένα θέαμα που όλος ο κόσμος θέλει να δει, ακόμα και η σύζυγος του Γάλλου προξένου κυρία Poncharra, που φτάνει με τις φίλες της στην περιοχή. Για να κάνουν τους Εβραίους και τους άλλους περίεργους να οπισθοχωρήσουν οι εργάτες του Miller τους καταβρέχουν με κουβάδες νερό και σκέφτηκαν μάλιστα να μεταφέρουν από το πλοίο την πυροσβεστική αντλία για να καταβρέχουν τον κόσμο που θα συγκεντρωνόταν τριγύρω.
Στις 12 Νοεμβρίου έχει ολοκληρωθεί η μεταφορά των πεσσών στο αμπάρι του πλοίου.
Το ζήτημα που απασχολεί τώρα τον Miller είναι ο θριγκός (το επάνω από τους κίονες τμήμα του κτιρίου), καθώς υπάρχουν μέρη του μνημείου που τα ήθελαν ολόκληρα στο Παρίσι. Η πρώτη σειρά λίθων του θριγκού είναι το πρόβλημα. Δεν υπάρχει τρόπος να βγει αν δεν κοπούν στα δυό τα τέσσερα κομμάτια που την απαρτίζουν. Ο Miller δεν δείχνει να προβληματίζεται καθόλου για το διαμελισμό του μνημείου... Αποφασίζει να ζητήσει τα απαραίτητα εργαλεία για τη μεταφορά των μαρμάρινων όγκων από το ναύαρχο Aboville, διοικητή της γαλλικής ναυτικής μοίρας στον Πειραιά. Ο ναύαρχος του στέλνει ατμόπλοιο με 91 άνδρες και μηχανήματα.
Λίγες μέρες αργότερα φτάνει μήνυμα από την προστάτιδά του Μme Cornu, που παίζει το ρόλο του ενδιάμεσου στην επικοινωνία του με τον αυτοκράτορα: “βλέπω ότι υπάρχουν πολύ μεγάλες δυσκολίες, αυτά που θα μεταφέρετε αρκούν”. Ο Miller νιώθει απογοήτευση για τον άδικο κόπο, όχι όμως για το διαμελισμό του μνημείου!!
Στη συνέχεια αποκαθηλώνει όλα τα αρχιτεκτονικά μέλη της αριστερής πλευράς και το κιονόκρανο της τελευταίας κολώνας. Για τις κολώνες διαπιστώνει ότι η μόνη λύση για να μεταφερθούν είναι να τις δέσει ο καπετάνιος ...στην κουβέρτα του πλοίου.
Στις 28 Νοεμβρίου 'φιλοσοφώντας' παραπονιέται πως “Αν η τύχη με είχε στείλει σε μια χώρα πλούσια σε ανεξερεύνητες αρχαιότητες, τι συγκομιδή θα είχα μαζέψει!”.
Στις 4 Δεκεμβρίου, “οι υποθέσεις προχωράνε λίγο έως καθόλου” και ο Miller αρχίζει να κάνει εκπτώσεις: “Aν μπορούσα μόνο να μεταφέρω τα μικρότερα μάρμαρα, θα ήμουν ευχαριστημένος και θα άφηνα, χωρίς πολλές τύψεις τα τέσσερα που είναι θηριώδη. Επιστρέφοντας στο Παρίσι θα πω στον αυτοκράτορα ότι μπορούμε να πάμε να τα πάρουμε, αν θέλουμε, διαφορετικά, θα τα χαρίσω στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου που χτίζουν στη γειτονιά και θα είναι ευχαριστημένοι που θα έχουν μάρμαρα να χρησιμοποιήσουν”
Το τελευταίο γράμμα του Miller από τη Θεσσαλονίκη έχει ημερομηνία 13 Δεκεμβρίου. Έχουν μεταφερθεί άλλα τρία “μικρά” μάρμαρα, τα κιονόκρανα, προβληματίζεται ακόμη για τα τέσσερα μεγάλα. Δεν γνωρίζουμε τι απέγινε με τα σχέδιά του.
Η θλιβερή λεηλασία ολοκληρώθηκε, το γεγονός αποσιωπήθηκε και ξεχάστηκε.
Ο Miller δεν ήταν αρχαιολόγος, αλλά ούτε είχε το απλό ενδιαφέρον να περιγράψει το μνημείο, να κρατήσει σημειώσεις για την ακριβή του θέση, να καταγράψει τα μέλη που αφαιρούσε και να τα αριθμήσει. Στο Μουσείο του Λούβρου έφθασαν λίγα χρόνια αργότερα οι πεσσοί με τις ανάγλυφες μορφές και τα κιονόκρανα, ενώ μεταφέρθηκαν αργότερα οι βάσεις των πεσσών, ένα τμήμα επιστυλίου και δύο τμήματα ζωφόρου. Δεν είναι γνωστό τι απέγιναν τα άλλα κομμάτια που αναφέρει ο Μiller στις επιστολές του.
Οι κίονες και τα μεγάλα κομμάτια του θριγκού φαίνεται ότι δεν μεταφέρθηκαν ποτέ. Η συνοικία και το σπίτι που βρίσκονταν οι Μαγεμένες καταστράφηκαν από την πυρκαγιά του 1917, το ίδιο και ο ναός του Αγίου Νικολάου στο χτίσιμο του οποίου πιθανώς χρησιμοποιήθηκαν τα ξεχασμένα μάρμαρα. Δεν γνωρίζουμε ποια ήταν η τύχη τους. Η θλιβερή αυτή λεηλασία, αντίθετα με την περίπτωση των Ελγινείων, αποσιωπήθηκε και ξεχάστηκε. Μόνο από τύχη μπορεί να πέσει κανείς στη μακρόστενη αίθουσα του Λούβρου όπου εκτίθενται οι πεσσοί με τις ανάγλυφες μορφές της Θεσσαλονίκης.
Αν υπάρχει νόστος, οι γιατροί λένε πως θεραπεύεται, με την επιστροφή. Προσπάθειες για «επαναπατρισμό» των Μαγεμένων έχουν γίνει πολλές φορές στο παρελθόν. Όλες οι διαπραγματεύσεις ναυάγησαν λόγω κόστους.
Το αίτημα επανήλθε ενόψει του εορτασμού των 100 χρόνων από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Η επιστροφή των πρωτότυπων γλυπτών απορρίφθηκε και το Μουσείο του Λούβρου δέχθηκε να κατασκευάσει αντίγραφα και να τα παραχωρήσει μαζί με τις μήτρες των εκμαγείων.
Tα αντίγραφα δεν κατασκευάσθηκαν ποτέ καθώς αποσύρθηκε η χορηγία από επιχειρηματία λόγω διαφωνιών ή εξαιτίας γραφειοκρατικών κωλυμάτων και καθυστερήσεων....
ΠΗΓΗ: e-telescope.gr | elzoni.gr | tanea.gr
Ο τίτλος και ο μύθος που τις περιβάλλει είναι ελκυστικός. Εχει έρωτα, μάγια και ξόρκια, μαρμαρωμένους βασιλιάδες, θεούς και ήρωες της ελληνικής μυθολογίας αλλά και μία θλιβερή λεηλασία που αποσιωπήθηκε και ξεχάστηκε.
Hρθα σήμερα να σας αφηγηθώ μια ιστορία της Ανατολής. Γιατί Ανατολή ήτανε η Θεσσαλονίκη το 19ο αιώνα, όταν το μικρό ελληνικό κράτος αγωνίζονταν να σηκώσει κεφάλι. Salonique, Turquie, έγραφαν μέχρι το 1912 οι σφραγίδες του ταχυδρομείου.
Μια ιστορία με βασίλισσες και βασιλιάδες, με χαμένα παλάτια και λασπωμένους στενούς δρόμους ανάμεσα σε ξύλινα τουρκόσπιτα, με ζαπτιέδες και υποχρεωτικούς πασάδες, με υπεροπτικούς ξένους και ατέλειωτη, πολύχρωμη φτωχολογιά, που έβγαζε το ψωμί και ζούσε, κι ας χτύπαγε την πόλη ο βοριάς κι ας πόναγαν τα κόκκαλα από την υγρασία - πράγμα στο οποίο επιμένουν οι ξένοι ταξιδιώτες - Χοάνη ζωντανή η Θεσσαλονίκη, που εύρισκαν καταφύγιο οι κατατρεγμένοι.
Πάνω στα σημερινά ερείπια της αρχαίας αγοράς της Θεσσαλονίκης, ο μύθος διηγείται πως 2.000 χρόνια πριν γεννήθηκε ένας παράνομος έρωτας μεταξύ του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της γυναίκας του βασιλιά της Θράκης. Ο Θράκας βασιλιάς, που την εποχή εκείνη φιλοξενούνταν στο παλάτι που υπήρχε εκεί, αντιλήφθηκε το γεγονός και οργισμένος έβαλε τους μάγους του να κάνουν μάγια στον Αλέξανδρο. Ο Αλέξανδρος, με τη βοήθεια του Αριστοτέλη, αντέστρεψε τα μάγια με αποτέλεσμα το μαγικό να χτυπήσει τη βασίλισσα και να μαρμαρώσει αυτή και η συνοδεία της, το βράδυ που πήγαιναν στο δωμάτιο του Αλέξανδρου.
Οι Μαγεμένες που τοποθετήθηκαν κατά τον 2ο μ.Χ. αιώνα, στέκονταν ακίνητες, σαν μαγεμένες που ήταν, πάνω σε μια κιονοστοιχία ανάμεσα στα σπίτια της εβραϊκής συνοικίας Rogos, μεταξύ των λουτρών “Παράδεισος” και της Παναγίας Χαλκέων, πάνω από την Εγνατία οδό και νότια της ανεσκαμμένης αρχαίας αγοράς.
Πρόκειται για οχτώ ανάγλυφες μυθολογικές μορφές, όπου αναπαριστούσαν το νεαρό θεό Διόνυσο δίπλα σε έναν πάνθηρα, την Αύρα με το πέπλο της, την Αριάδνη στεφανωμένη με τα φύλλα μιας κληματαριάς, τη Λήδα μαζί με τον κύκνο, μια Μαινάδα που παίζει διπλό φλάουτο, το Γανυμήδη μαζί με το Δία μεταμορφωμένο σε αετό και έναν Διόσκουρο με μια αναπαράσταση αλόγου στα πόδια του.
Το μνημείο ονομάστηκε “Είδωλα”: "Στοά των Ειδώλων" από τους Έλληνες, Incantadas (Mαγεμένες) στα ισπανοεβραϊκά και Suretler (Άγγελοι) στα τουρκικά.
Η ιστορία των Μαγεμένων παρουσιάζει ενδιαφέρον από αρκετές απόψεις:
● Eίναι ένα μνημείο της αρχαιότητας που δεν κατέρρευσε και συνέχισε να είναι ορατό στο κέντρο της πόλης ακολουθώντας την ιστορία της, μέχρι που διαλύθηκε και μεταφέρθηκε στη Γαλλία (τον Ιανουάριο του 1865) με την άδεια των οθωμανικών αρχών, από το Γάλλο παλαιογράφο Emmanuel Miller.
● Δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι η διάλυση και μεταφορά του μνημείου αποτέλεσε μια οργανωμένη επιχείρηση υπό την προστασία του αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ της Γαλλίας, και η οποία εντάσσεται στο πνεύμα συλλογής ή αρπαγής, όπως θέλετε, αυθεντικών ελληνικών αρχαιοτήτων που ήταν της μόδας το 18ο και 19ο αι και πραγματοποιήθηκε με πρωτοφανή αδιαφορία για το ίδιο το μνημείο που δεν πέρασε ασχολίαστη ούτε από τους σύγχρονους, ούτε από τους μετέπειτα μελετητές.
Tαξίδι στο χρόνο, γυρνάμε στο 1864 για να παρακολουθήσουμε τα πραγματικά περιστατικά του ξενιτεμού των Μαγεμένων, όπως τα παρουσιάζει ο ίδιος ο εντεταλμένος “συλλέκτης”, παλαιογράφος Emmanuel Miller, στις επιστολές που έστελνε στη σύζυγό του, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στον τόμο “Le mont Athos, Vatopedi, l’ ile de Thassos”, Paris 1889.
Στις 10 Οκτωβρίου του 1854, από τη Θάσο όπου βρίσκεται συγκεντρώνοντας αρχαιότητες, ο Miller ανακοινώνει “το μεγάλο νέο”: “O σουλτάνος, μέσω του μεγάλου βεζύρη Φουάντ Πασά, μου έδωσε την άδεια να αφαιρέσω και να μεταφέρω στη Γαλλία τα οκτώ αγάλματα της Θεσσαλονίκης που τόσο επιθυμούσα” ...
Φαίνεται πως για περισσότερα από εκατό χρόνια οι πρόξενοι της Γαλλίας και της Αγγλίας έκαναν προσπάθειες για να αποκτήσουν άδεια για την αφαίρεση των Μαγεμένων, αλλά ο εκάστοτε πασάς ήταν απρόθυμος. “Θα έχω λοιπόν τα αγάλματά μου, λέω θα έχω, γιατί υπάρχουν ακόμη μεγάλες δυσκολίες. Ο εβραϊκός και ελληνικός πληθυσμός της Θεσσαλονίκης θα εκμανεί όταν μάθει ότι θα πάρουν αυτά τα αγάλματα.... Θα χρειαστεί ο πασάς να στείλει ένοπλη δύναμη και όσο διακριτικοί κι αν είμαστε το νέο θα κυκλοφορήσει πολύ γρήγορα. Τώρα που η τουρκική κυβέρνηση έδωσε το λόγο της, δεν θα επανέλθει και πρέπει οπωσδήποτε να δράσουμε”
Μετά από ένα περιπετειώδες θαλασσινό ταξίδι ο Miller αγκυροβολεί στη Θεσσαλονίκη, στο λιμάνι των Μύλων Αλατίνι για λόγους μυστικότητας, στις 29 Οκτωβρίου. Το σχέδιο είναι να μεταφερθούν εκεί τα γλυπτά των Μαγεμένων χωρίς να πάρει είδηση ο κόσμος. Ωστόσο, κατά τη συνάντηση με τον γάλλο πρόξενο Μ. de Pontcharra μαθαίνει ότι η εντολή από τη Γαλλία έχει αλλάξει: “Υπάρχει ενδιαφέρον για το σύνολο του μνημείου, πάρτε τα όλα”.Ο Μiller χαρακτηρίζει την εντολή “τρέλα ανέφικτη” καθώς το πλοίο του δεν διαθέτει τα αναγκαία μηχανήματα για να υψώσει μαρμάρινους όγκους πέντε έως έξι τόνων.
Φέρνει το πλοίο στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, το νέο κυκλοφορεί. Το ίδιο πρωί πηγαίνει στον πασά, ο οποίος είναι υπερβολικά εξυπηρετικός μαζί του και του παρέχει ό,τι ζητά: άνδρες, στρατιώτες, άμαξες κ.ά. Του χαρίζει μάλιστα κι ένα αρχαίο αγγείο, ο Miller το δέχεται “με ευγνωμοσύνη”.
Την 1η Νοεμβρίου μέρα των Αγίων Πάντων δίνει ρεπό στους ναύτες του. “Ο πληθυσμός ήδη είναι αναστατωμένος και κινητοποιείται. Έχει εκμανεί που πρόκειται να πάρω τα αγάλματα, τα οποία είναι φρικτά παραμορφωμένα”. Σημειώνει εδώ ότι οι παλιοί γενίτσαροι διασκέδαζαν κάνοντας σκοποβολή πάνω στα γλυπτά και αργότερα το ίδιο και οι κάτοικοι(!) “Ο ιδιοκτήτης κυρίως, που βρίσκεται μέσα στην αυλή του το μνημείο, διασκεδάζει με τη σειρά του να σπάει από καιρού εις καιρόν κομματάκια και να τα πουλάει στους τουρίστες”.
Στις 2 Νοεμβρίου αρχίζουν από το πρωί, περιτριγυρισμένοι από ένα πλήθος “περίεργων γεμάτων κακοβουλία”. Οι ναύτες ετοιμάζουν το όχημα για τη μεταφορά των αγαλμάτων. “Από εκείνη τη στιγμή, όλα μαθεύτηκαν παντού και ο πληθυσμός συνταράχθηκε με θαυμαστό τρόπο: κουτσομπολιά, λόγια, φλυαρίες, απίστευτες ασυναρτησίες. Όλοι οι ξένοι πρόξενοι έτρεξαν να τηλεγραφήσουν στην Κωνσταντινούπολη για να σταματήσουν την απομάκρυνση των αγαλμάτων”.
Στις 3 Νοεμβρίου, με τη βοήθεια ενός βαρούλκου, κατεβαίνει το πρώτο από τα τρία τμήματα του επιστυλίου “υπό το γενικό θαυμασμό”.
Την επόμενη ημέρα ο συνωστισμός στους γύρω δρόμους είναι τρομερός. Το κατέβασμα των αγαλμάτων είναι ένα θέαμα που όλος ο κόσμος θέλει να δει, ακόμα και η σύζυγος του Γάλλου προξένου κυρία Poncharra, που φτάνει με τις φίλες της στην περιοχή. Για να κάνουν τους Εβραίους και τους άλλους περίεργους να οπισθοχωρήσουν οι εργάτες του Miller τους καταβρέχουν με κουβάδες νερό και σκέφτηκαν μάλιστα να μεταφέρουν από το πλοίο την πυροσβεστική αντλία για να καταβρέχουν τον κόσμο που θα συγκεντρωνόταν τριγύρω.
Στις 12 Νοεμβρίου έχει ολοκληρωθεί η μεταφορά των πεσσών στο αμπάρι του πλοίου.
Το ζήτημα που απασχολεί τώρα τον Miller είναι ο θριγκός (το επάνω από τους κίονες τμήμα του κτιρίου), καθώς υπάρχουν μέρη του μνημείου που τα ήθελαν ολόκληρα στο Παρίσι. Η πρώτη σειρά λίθων του θριγκού είναι το πρόβλημα. Δεν υπάρχει τρόπος να βγει αν δεν κοπούν στα δυό τα τέσσερα κομμάτια που την απαρτίζουν. Ο Miller δεν δείχνει να προβληματίζεται καθόλου για το διαμελισμό του μνημείου... Αποφασίζει να ζητήσει τα απαραίτητα εργαλεία για τη μεταφορά των μαρμάρινων όγκων από το ναύαρχο Aboville, διοικητή της γαλλικής ναυτικής μοίρας στον Πειραιά. Ο ναύαρχος του στέλνει ατμόπλοιο με 91 άνδρες και μηχανήματα.
Λίγες μέρες αργότερα φτάνει μήνυμα από την προστάτιδά του Μme Cornu, που παίζει το ρόλο του ενδιάμεσου στην επικοινωνία του με τον αυτοκράτορα: “βλέπω ότι υπάρχουν πολύ μεγάλες δυσκολίες, αυτά που θα μεταφέρετε αρκούν”. Ο Miller νιώθει απογοήτευση για τον άδικο κόπο, όχι όμως για το διαμελισμό του μνημείου!!
Στη συνέχεια αποκαθηλώνει όλα τα αρχιτεκτονικά μέλη της αριστερής πλευράς και το κιονόκρανο της τελευταίας κολώνας. Για τις κολώνες διαπιστώνει ότι η μόνη λύση για να μεταφερθούν είναι να τις δέσει ο καπετάνιος ...στην κουβέρτα του πλοίου.
Στις 28 Νοεμβρίου 'φιλοσοφώντας' παραπονιέται πως “Αν η τύχη με είχε στείλει σε μια χώρα πλούσια σε ανεξερεύνητες αρχαιότητες, τι συγκομιδή θα είχα μαζέψει!”.
Στις 4 Δεκεμβρίου, “οι υποθέσεις προχωράνε λίγο έως καθόλου” και ο Miller αρχίζει να κάνει εκπτώσεις: “Aν μπορούσα μόνο να μεταφέρω τα μικρότερα μάρμαρα, θα ήμουν ευχαριστημένος και θα άφηνα, χωρίς πολλές τύψεις τα τέσσερα που είναι θηριώδη. Επιστρέφοντας στο Παρίσι θα πω στον αυτοκράτορα ότι μπορούμε να πάμε να τα πάρουμε, αν θέλουμε, διαφορετικά, θα τα χαρίσω στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου που χτίζουν στη γειτονιά και θα είναι ευχαριστημένοι που θα έχουν μάρμαρα να χρησιμοποιήσουν”
Το τελευταίο γράμμα του Miller από τη Θεσσαλονίκη έχει ημερομηνία 13 Δεκεμβρίου. Έχουν μεταφερθεί άλλα τρία “μικρά” μάρμαρα, τα κιονόκρανα, προβληματίζεται ακόμη για τα τέσσερα μεγάλα. Δεν γνωρίζουμε τι απέγινε με τα σχέδιά του.
Η θλιβερή λεηλασία ολοκληρώθηκε, το γεγονός αποσιωπήθηκε και ξεχάστηκε.
Ο Miller δεν ήταν αρχαιολόγος, αλλά ούτε είχε το απλό ενδιαφέρον να περιγράψει το μνημείο, να κρατήσει σημειώσεις για την ακριβή του θέση, να καταγράψει τα μέλη που αφαιρούσε και να τα αριθμήσει. Στο Μουσείο του Λούβρου έφθασαν λίγα χρόνια αργότερα οι πεσσοί με τις ανάγλυφες μορφές και τα κιονόκρανα, ενώ μεταφέρθηκαν αργότερα οι βάσεις των πεσσών, ένα τμήμα επιστυλίου και δύο τμήματα ζωφόρου. Δεν είναι γνωστό τι απέγιναν τα άλλα κομμάτια που αναφέρει ο Μiller στις επιστολές του.
Οι κίονες και τα μεγάλα κομμάτια του θριγκού φαίνεται ότι δεν μεταφέρθηκαν ποτέ. Η συνοικία και το σπίτι που βρίσκονταν οι Μαγεμένες καταστράφηκαν από την πυρκαγιά του 1917, το ίδιο και ο ναός του Αγίου Νικολάου στο χτίσιμο του οποίου πιθανώς χρησιμοποιήθηκαν τα ξεχασμένα μάρμαρα. Δεν γνωρίζουμε ποια ήταν η τύχη τους. Η θλιβερή αυτή λεηλασία, αντίθετα με την περίπτωση των Ελγινείων, αποσιωπήθηκε και ξεχάστηκε. Μόνο από τύχη μπορεί να πέσει κανείς στη μακρόστενη αίθουσα του Λούβρου όπου εκτίθενται οι πεσσοί με τις ανάγλυφες μορφές της Θεσσαλονίκης.
Αν υπάρχει νόστος, οι γιατροί λένε πως θεραπεύεται, με την επιστροφή. Προσπάθειες για «επαναπατρισμό» των Μαγεμένων έχουν γίνει πολλές φορές στο παρελθόν. Όλες οι διαπραγματεύσεις ναυάγησαν λόγω κόστους.
Το αίτημα επανήλθε ενόψει του εορτασμού των 100 χρόνων από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Η επιστροφή των πρωτότυπων γλυπτών απορρίφθηκε και το Μουσείο του Λούβρου δέχθηκε να κατασκευάσει αντίγραφα και να τα παραχωρήσει μαζί με τις μήτρες των εκμαγείων.
Tα αντίγραφα δεν κατασκευάσθηκαν ποτέ καθώς αποσύρθηκε η χορηγία από επιχειρηματία λόγω διαφωνιών ή εξαιτίας γραφειοκρατικών κωλυμάτων και καθυστερήσεων....
ΠΗΓΗ: e-telescope.gr | elzoni.gr | tanea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου