Belle Amie: «Του Μπελαμή το ουζερί» ΞΑΝΑΓΥΡΙΣΕ στο Πασαλιμάνι!!
«Στου Μπελαμή το ουζερί» τραγουδούσε ο σερ-Μπιθί, αλλά από τη μνήμη των νεότερων, απουσιάζει η εικόνα του ιστορικού στεκιού, που στις αρχές του περασμένου αιώνα έγραψε τη δική του ιστορία στις μέρες και τις νύχτες της Πειραϊκής.
Το νεοκλασικό κτήριο, με την αισθητική του πάλαι-ποτέ αστικού καφενείου, φιλοξένησε την πιο πολύχρωμη περαντζάδα, που συνδύαζε τον πολλά βαρύ με το ούζο, τον μεζέ και το λουκούμι, σε μια μάζωξη από ρεμπέτες και αστούς, διανοούμενους και ανθρώπους του λιμανιού, διασημότητες και ανθρώπους της διπλανής πόρτας, που έγραψαν τα δικά τους χιλιόμετρα καθημερινής ιστορίας στον πεζόδρομο, κάτω από τις μουριές.
Στην τομή ανάμεσα σε δυο κόσμους που αλλάζουν σκυτάλη, ο «Μπελαμής» αποδεικνύεται πιο επίκαιρος από ποτέ. Η πόλη της κρίσης επιστρέφει στις παλιές της αξίες, αναζητά τη δική της ταυτότητα, που μαζί με ένα κεφτεδάκι της γιαγιάς θα της προσφέρει την παρηγοριά μιας ελληνικότητας που αξίζει μια θέση στο μέλλον.
Το όμορφο αυτό νεοκλασικό ψάχνει στα σκοτάδια της λήθης φερ-φορζέ και βιενέζικες καρέκλες, φέρνει στο φως τις παλιές τοιχογραφίες του, γυαλίζει τα μπρούντζα, τα πόμολα και τις αυθεντικές απλίκες του, αναζητά την ιστορική του εικόνα αψεγάδιαστη και αναπαλαιωμένη καρέ-καρέ κάτω από τις παρεμβάσεις του πρόσφατου παρελθόντος.
Γυρίζει σελίδα για να ξαναγράψει καινούργια ιστορία και επιστρέφει με πάθος στο γιουβετσάκι, ανακαλύπτει το άρωμα του παγωτού περγαμόντο, μεθά με εξαιρετικά αποστάγματα και κοιτά στα μάτια δυο αβγά μάτια.
Ο σεφ Χρήστος Τζιέρας μυείται από μαμάδες και γιαγιάδες στα μυστικά του ανάλαφρου τηγανιού, της κατσαρόλας και του μαγειρευτού, τους δίνει τη σκυτάλη στην κουζίνα του και ταξιδεύει σε όλη την Ελλάδα. Φέρνει μαζί του το καλύτερο κρητικό ριφάκι, μαρμελάδες και γλυκά κουταλιού από τους συνεταιρισμούς του Πηλίου, σπιτικά αλλαντικά της Θράκης, φάβα του Φενεού και φακή της Λευκάδας, τονάκι της Αλοννήσου και αλίπαστα της Χαλκιδικής, χέλι της Ηπείρου και τυριά της Ρούμελης.
Από το πρωί, ο ελληνικός συναντά φρεσκοκαβουρδισμένα χαρμάνια, παντρεύεται με λουκουμάκι, αμυγδαλωτό και υποβρύχιο και φλερτάρει ταυτόχρονα με τον νέο «εθνικό» μας freddo. Το πρωινό «μιλά ελληνικά», τρώει ζυμωτό ψωμί, πίνει σουμάδα και μανταρινάδα και μας ανοίγει την όρεξη για τον μεζέ του μεσημεριού.
Το απογευματινό «σηκώνει» γαλακτομπούρεκο, παγωτό από φρέσκο γάλα με γλυκό φιρίκι και η νύχτα του κοκτέιλ ανακατεύει ελληνικά αποστάγματα, βότανα, φρούτα και λικέρ σε μια ολόφρεσκη άποψη του Σπύρου Κερκύρα για την ελληνική τέχνη του mixology.
Την εσωτερική διακόσμηση του διατηρητέου πια μνημείου του Belle Amie, επιμελήθηκε ο interior architect Κοσμάς Καραβάς, εναρμονίζοντάς την με την επιβλητική δυναμική του κτηρίου.
«Στου Μπελαμή το ουζερί» τραγουδούσε ο σερ-Μπιθί, αλλά από τη μνήμη των νεότερων, απουσιάζει η εικόνα του ιστορικού στεκιού, που στις αρχές του περασμένου αιώνα έγραψε τη δική του ιστορία στις μέρες και τις νύχτες της Πειραϊκής.
Το νεοκλασικό κτήριο, με την αισθητική του πάλαι-ποτέ αστικού καφενείου, φιλοξένησε την πιο πολύχρωμη περαντζάδα, που συνδύαζε τον πολλά βαρύ με το ούζο, τον μεζέ και το λουκούμι, σε μια μάζωξη από ρεμπέτες και αστούς, διανοούμενους και ανθρώπους του λιμανιού, διασημότητες και ανθρώπους της διπλανής πόρτας, που έγραψαν τα δικά τους χιλιόμετρα καθημερινής ιστορίας στον πεζόδρομο, κάτω από τις μουριές.
Στην τομή ανάμεσα σε δυο κόσμους που αλλάζουν σκυτάλη, ο «Μπελαμής» αποδεικνύεται πιο επίκαιρος από ποτέ. Η πόλη της κρίσης επιστρέφει στις παλιές της αξίες, αναζητά τη δική της ταυτότητα, που μαζί με ένα κεφτεδάκι της γιαγιάς θα της προσφέρει την παρηγοριά μιας ελληνικότητας που αξίζει μια θέση στο μέλλον.
Το όμορφο αυτό νεοκλασικό ψάχνει στα σκοτάδια της λήθης φερ-φορζέ και βιενέζικες καρέκλες, φέρνει στο φως τις παλιές τοιχογραφίες του, γυαλίζει τα μπρούντζα, τα πόμολα και τις αυθεντικές απλίκες του, αναζητά την ιστορική του εικόνα αψεγάδιαστη και αναπαλαιωμένη καρέ-καρέ κάτω από τις παρεμβάσεις του πρόσφατου παρελθόντος.
Γυρίζει σελίδα για να ξαναγράψει καινούργια ιστορία και επιστρέφει με πάθος στο γιουβετσάκι, ανακαλύπτει το άρωμα του παγωτού περγαμόντο, μεθά με εξαιρετικά αποστάγματα και κοιτά στα μάτια δυο αβγά μάτια.
Ο σεφ Χρήστος Τζιέρας μυείται από μαμάδες και γιαγιάδες στα μυστικά του ανάλαφρου τηγανιού, της κατσαρόλας και του μαγειρευτού, τους δίνει τη σκυτάλη στην κουζίνα του και ταξιδεύει σε όλη την Ελλάδα. Φέρνει μαζί του το καλύτερο κρητικό ριφάκι, μαρμελάδες και γλυκά κουταλιού από τους συνεταιρισμούς του Πηλίου, σπιτικά αλλαντικά της Θράκης, φάβα του Φενεού και φακή της Λευκάδας, τονάκι της Αλοννήσου και αλίπαστα της Χαλκιδικής, χέλι της Ηπείρου και τυριά της Ρούμελης.
Από το πρωί, ο ελληνικός συναντά φρεσκοκαβουρδισμένα χαρμάνια, παντρεύεται με λουκουμάκι, αμυγδαλωτό και υποβρύχιο και φλερτάρει ταυτόχρονα με τον νέο «εθνικό» μας freddo. Το πρωινό «μιλά ελληνικά», τρώει ζυμωτό ψωμί, πίνει σουμάδα και μανταρινάδα και μας ανοίγει την όρεξη για τον μεζέ του μεσημεριού.
Το απογευματινό «σηκώνει» γαλακτομπούρεκο, παγωτό από φρέσκο γάλα με γλυκό φιρίκι και η νύχτα του κοκτέιλ ανακατεύει ελληνικά αποστάγματα, βότανα, φρούτα και λικέρ σε μια ολόφρεσκη άποψη του Σπύρου Κερκύρα για την ελληνική τέχνη του mixology.
Την εσωτερική διακόσμηση του διατηρητέου πια μνημείου του Belle Amie, επιμελήθηκε ο interior architect Κοσμάς Καραβάς, εναρμονίζοντάς την με την επιβλητική δυναμική του κτηρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου