Μάνη: Αδούλωτη γη!!!
Ένα ταξίδι στον γραφικό κόσμο του ήλιου και της πέτρας...
Ανάμεσα στα πυργόσπιτα που αναδίδουν ακόμη το άρωμα του μπαρουτιού, στα ξωκλήσια των βυζαντινών χρόνων και τους γραφικούς οικισμούς, η Μάνη αποτελεί το ερωτικό σμίξιμο του ήλιου και της πέτρας...
Στο μεσαίο «πόδι» της Πελοποννήσου, η Μάνη αποτελεί μία αρχαία πολιτεία, που από την πρώτη στιγμή σού δίνει την αίσθηση ότι περπατάς πάνω στα χνάρια της ιστορίας.
Οι εκδοχές σχετικά με την προέλευση του ονόματός της είναι πολλές, με επικρατέστερη αυτή που παραπέμπει στον αρχιτέκτονα Μαΐνη, το δημιουργό του ομώνυμου κάστρου. Απομονωμένη από την υπόλοιπη χερσόνησο και πάντοτε ελεύθερη από κατακτητές, κατάφερε να δημιουργήσει μία αδιάσπαστη ενότητα από τους παλαιολιθικούς χρόνους -όταν κατοικήθηκε για πρώτη φορά- έως και σήμερα.
Με δαντελωτές ακτές, ειδυλλιακά λιμανάκια και απότομους γκρεμούς, συνθέτει ένα τοπίο χαραγμένο στην πέτρα και το βράχο, που παραδίδεται στον άνεμο. Εδώ το σκηνικό μοιάζει να διχάζεται ανάμεσα στο χτες και το σήμερα.
Οι περισσότεροι από εμάς, ίσως, έχουμε συνδέσει ασυναίσθητα στο νου μας τη Μάνη με την πειθαρχία, τη σπαρτιατική σκληρότητα και την πολεμοχαρή διάθεση.
Όμως, μία επίσκεψη σε αυτό τον τόσο ιδιαίτερο τόπο αρκεί για να σας ανοίξει τις πύλες της ιστορίας που ξεδιπλώνεται πίσω από τις φυσικές ομορφιές της. Είναι δύσκολο να σας μυήσω μέσα σε λίγες γραμμές σε όλο το κάλλος και το παρελθόν της, αλλά θα προσπαθήσω να σας ταξιδέψω -έστω και για λίγο- στα μαγευτικά μονοπάτια της...
ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΜΑΝΗ
Η πρώτη μεγάλη πόλη που συναντάμε στο οδοιπορικό μας είναι το Γύθειο. Η γη των θεών αποτελεί τη μεταβατική πύλη για τη «μέσα» Μάνη. Απλωμένη αμφιθεατρικά θυμίζει περισσότερο νησί.
Κατά μήκος της παραλίας τα μεζεδοπωλεία και τα εστιατόρια, παραταγμένα το ένα δίπλα στο άλλο, με καλούν να κάνω την πρώτη μου στάση. Απέναντι από την προκυμαία βρίσκεται το καταπράσινο νησάκι Κρανάη, όπου σύμφωνα με το μύθο αποτέλεσε το καταφύγιο του Πάρη και της Ωραίας Ελένης, μετά την αρπαγή της τελευταίας.
Βέβαια, ο επιβλητικός Ταΰγετος, αναμφίβολα κλέβει την παράσταση, καθηλώνοντας το βλέμμα με την επιβλητική θωριά του.
Η οροσειρά μπορεί να πήρε το όνομά της από την κόρη του Άτλαντα, Ταϋγέτη, οι Μανιάτες όμως αποκαλούν το βουνό και Μακρυνό Ηλία ή Πενταδάκτυλο, γιατί από την ανατολική πλευρά της πόλης, τμήμα της κορυφής του δίνει την εικόνα ενός κλειστού χεριού, μίας γροθιάς.
Κι ενώ στο ύψος του Γυθείου, ο ορεινός του όγκος μοιάζει να κρύβεται, λίγο παραπέρα υψώνεται θεόρατος φαντάζοντας φρουρός της πεδιάδας, για να καταλήξει στο ακρωτήριο Ταίναρο.
ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ
Επόμενος σταθμός, η τυπική πρωτεύουσα της «μέσα» Μάνης, η Αρεόπολη. Το όνομά της μου εξάπτει την περιέργεια. Άραγε από πού προέρχεται μία τέτοια ονομασία; Ένας κύριος που ρωτώ, πρόθυμα αναλαμβάνει να λύσει την απορία μου. Μία εκδοχή θέλει το μέρος λημέρι του πολεμοχαρούς θεού Άρη, ενώ μια άλλη ερμηνεύει τη συγκεκριμένη ονομασία ως την πόλη των αέρηδων.
Περπατώντας στα στενά σοκάκια και τα καλντερίμια, αντικρίζω τον πύργο-φρούριο του Μαυρομιχάλη, που υψώνεται ερμητικά κλειστός, αλλά και την εκκλησία των Παμμεγίστων Ταξιαρχών του 17ου αιώνα. Από ό,τι μαθαίνω λίγο αργότερα, σε αυτό το ναό στις 17 Μαρτίου του 1821 έγινε η δοξολογία που σήμανε την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης.
Στην πλατεία Αθανάτων -η κεντρική πλατεία της πόλης- βρίσκεται το άγαλμα του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, να θυμίζει σε κάθε Έλληνα την ιερότητα αυτού του τόπου και το αλύγιστο φρόνημα των ένδοξων ηρώων μας.
Συνεχίζοντας τη διαδρομή μου, σε ένα μαγευτικό κολπίσκο συναντώ το χωριό Λιμένι, που στο παρελθόν υπήρξε έδρα και λιμάνι των Μαυρομιχαλαίων -το αρχοντικό τους υπάρχει ακόμα- και τελικά φτάνω στο Οίτυλο. Κι ενώ το μάτι μου είχε αρχίσει να συνηθίζει το γυμνό από βλάστηση τοπίο, ξάφνου μία ευχάριστη έκρηξη πράσινου πλημμυρίζει τον τόπο γύρω μου, κάνοντας τη ματιά μου να γαληνεύει.
Το Οίτυλο, χτισμένο αμφιθεατρικά στη δυτική όχθη του φαραγγιού της Σπηλαιώτισσας, χωρίζει σαν εγκάρσια τομή τη «μέσα» Μάνη από τη Μεσσηνιακή. Απέναντί του έχει τα ερείπια του κάστρου της Κελεφάς και προς τα κάτω παραλιακά τις δίδυμες κορυφές του Λιμενίου και της Τσίπας. Το χωριό αυτό, κάποτε ανήκε στο βασίλειο του Μενελάου και πρώτος οικιστής του ήταν ο ήρωας Οίτυλος, από τον οποίο πήρε και το όνομά του.
Ανάμεσα στα λίγα εκκλησάκια που έχουν απομείνει, ξεχωρίζει η Ιερά Μονή Δεκούλου του 16ου αι. που κρύβει τη δική της ιστορία, καθώς το 1770 εδώ υπογράφτηκε η συμφωνία των οπλαρχηγών της Μάνης με τον Θ. Ορλόφ για την έναρξη της εξέγερσης κατά των Τούρκων.
ΓΛΥΠΤΑ ΣΜΙΛΕΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΗΛίγα χιλιόμετρα μετά το Οίτυλο, ξεπροβάλλει ο Πύργος Δυρού, που είναι γνωστός για τα σπήλαιά του και το Νεολιθικό Μουσείο, στο οποίο εκτίθενται μοναδικά ευρήματα από σπηλαιολογικές ανασκαφές. Το μόνο επισκέψιμο, αλλά και περισσότερο εντυπωσιακό, λιμνοσπήλαιο είναι η Βλυχάδα.
Δεν χάνω λοιπόν την ευκαιρία να περιηγηθώ στον μυστικό της κόσμο. Ακολουθώ τις οδηγίες της υπεύθυνης και μπαίνω στη λέμβο με ανυπομονησία μικρού παιδιού, που θέλει να εξερευνήσει καθετί γύρω του. Οι δαιδαλώδεις υδάτινοι διάδρομοι κοσμούνται με σταλαγμίτες και σταλακτίτες -λευκούς, ροζ ή κόκκινους- που σταγόνα σταγόνα δημιούργησε το ανθρακικό ασβέστιο στη διάρκεια των χιλιετιών.
Περνώ ανάμεσα από κομψοτεχνήματα, όπως ο Επισκοπικός Θρόνος, ο Μανδύας του Ποσειδώνα, η Εκκλησιαστική Διάβαση με τον πολυέλαιο και τον άμβωνα, η Σάλα του Δυρού με τις αρχαίες ελληνικές χλαμύδες, ενώ λίγο μετά εκπλήσσομαι από τα Ροζ και Λευκά διαμερίσματα με την άρπα και τον Βασιλικό Εξώστη.
Η διαδρομή στον υπόγειο ποταμό είναι 1.600 μ. και διαρκεί περίπου μισή ώρα, που αποδείχθηκε αρκετή για να με ταξιδέψει στη μαγεία της φύσης, η οποία με ασύγκριτη τέχνη και ανείπωτο ταλέντο σμίλεψε ένα θέαμα απαράμιλλης ομορφιάς, πέρα από κάθε φαντασία.
ΑΓΡΙΑ ΟΜΟΡΦΙΑΣυνεχίζοντας από τον κεντρικό δρόμο προς τον Γερολιμένα, το τοπίο γίνεται ακόμη πιο τραχύ, ενώ τα χωριά μοιάζουν να προβάλλουν μέσα από τον γυμνό βράχο. Ωστόσο, η διαδρομή δεν χάνει καθόλου τη μαγεία της. Οι γραφικοί οικισμοί με τα ελαιόδεντρα, τα ξωκλήσια, τα πυργόσπιτα και τις λιθόκτιστες βυζαντινές εκκλησίες με κάνουν να θέλω να ανακαλύψω όλο και περισσότερο αυτό το μυστηριώδες μέρος.
Μετά το γραφικό Μέζαπο και τη Νόμια, περνώ από ένα από τα μεγαλύτερα χωριά, την Κοίτα, που ξεχωρίζει όχι μόνο για τους πολλούς επιβλητικούς πύργους αλλά και για το γεγονός ότι υπήρξε κοιτίδα των Νικλιάνων, μίας από τις ισχυρότερες οικογένειες της πόλης. Μετά από λίγη ώρα φτάνω στον Ιερό Λιμένα -ή αλλιώς ο Γερολιμένα- όπου σύμφωνα με κάποιους μελετητές του Ομήρου ήταν η κατοικία των Λαιστρυγόνων.
Το σημερινό λιμάνι οικοδομήθηκε κοντά στα απόκρημνα βράχια της ακτής, τα οποία περικλείουν τη μία πλευρά του όρμου, ενώ τα πέτρινα παραλιακά σπίτια του οικισμού είναι κτισμένα πάνω στο κύμα. Αποφασίζω να χαλαρώσω για λίγα λεπτά πίνοντας τον καφέ μου και αφήνω το βλέμμα μου να χαθεί στο μπλε χρώμα της θάλασσας. Επόμενος σταθμός είναι η Βάθεια, ένας από τους πιο ιδιαίτερους παραδοσιακούς οικισμούς.
Κτισμένη στην κορυφή ενός λόφου, αγναντεύει το Κάβο Γκρόσο και τον Γερολιμένα τη στιγμή που στα πόδια της βρίσκονται η Κυπάρισσος και τα Άλικα κοντά στη θάλασσα. Αντιπροσωπευτικό δείγμα της μανιάτικης ταυτότητας, μου δίνει αμέσως την αίσθηση πως βρίσκομαι μέσα σε κάποιο παραμύθι των παιδικών μου χρόνων. Αυτός ο «Παρθενώνας» της αρχιτεκτονικής της Μάνης, απόρθητος και πυργοτειχισμένος, έχει όλα τα κτίσματά του μαζεμένα πάνω στο λόφο, με καταπληκτική θέα προς τη θάλασσα.
ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΚΟΜΜΑΤΙ ΣΤΕΡΙΑΣ
Ο δρόμος για τον Κάβο Ματαπά -όπως ονομάζεται αλλιώς το ακρωτήριο Ταίναρο- μου φάνηκε ατελείωτος, ίσως λόγω των πολλών στροφών που διαδεχόταν η μία την άλλη. Φτάνοντας, όμως, η κούραση και η ζάλη της διαδρομής έδωσε τη θέση της στον ενθουσιασμό.
Το τοπίο με αποζημίωσε με τον καλύτερο τρόπο. Είχα βρεθεί επιτέλους στο περίφημο ακρωτήρι και περπατούσα ανάμεσα στα ερείπια του ναού που είχε αφιερωθεί στη λατρεία του Ταινάριου Ποσειδώνα. Στο σημείο που ο δρόμος σταματά, αποφασίζω να ακολουθήσω το μονοπάτι που τελικά με οδηγεί στη νοτιότερη περιοχή της ηπειρωτικής Ευρώπης. Στο μυαλό μου έρχεται αμέσως ο αρχαιοελληνικός μύθος που λέει ότι εδώ βρίσκεται η Πύλη του Άδη, η είσοδος δηλαδή για τον Κάτω κόσμο.
Ο ήλιος είχε αρχίσει να χάνεται μέσα στα σκούρα νερά του Αιγαίου, ενώ ο πέτρινος φάρος έστεκε αγέρωχος, πιστός στο καθήκον του. Έμεινα να κοιτώ για λίγη ώρα το πέλαγος, από την τελευταία πιθαμή γης αυτού του μαγικού τόπου που μοιάζει να λογχίζει τη Μεσόγειο, δίνοντας την υπόσχεση στον εαυτό μου να ζήσω σύντομα ένα ακόμη δειλινό εδώ.
Γιατί τελικά η ίδια η διαδρομή και το μωσαϊκό των εικόνων της, είναι το καλύτερο ταξίδι, και γιατί σε αυτό το τελευταίο κομμάτι στεριάς, αντιλαμβάνεσαι πως το άρωμα της Μάνης αναδύεται ακόμη και μέσα από την άγρια φύση της.
Ένα ταξίδι στον γραφικό κόσμο του ήλιου και της πέτρας...
Ημερομηνία: 11 Μαΐου 2009
Ανάμεσα στα πυργόσπιτα που αναδίδουν ακόμη το άρωμα του μπαρουτιού, στα ξωκλήσια των βυζαντινών χρόνων και τους γραφικούς οικισμούς, η Μάνη αποτελεί το ερωτικό σμίξιμο του ήλιου και της πέτρας...
Στο μεσαίο «πόδι» της Πελοποννήσου, η Μάνη αποτελεί μία αρχαία πολιτεία, που από την πρώτη στιγμή σού δίνει την αίσθηση ότι περπατάς πάνω στα χνάρια της ιστορίας.
Οι εκδοχές σχετικά με την προέλευση του ονόματός της είναι πολλές, με επικρατέστερη αυτή που παραπέμπει στον αρχιτέκτονα Μαΐνη, το δημιουργό του ομώνυμου κάστρου. Απομονωμένη από την υπόλοιπη χερσόνησο και πάντοτε ελεύθερη από κατακτητές, κατάφερε να δημιουργήσει μία αδιάσπαστη ενότητα από τους παλαιολιθικούς χρόνους -όταν κατοικήθηκε για πρώτη φορά- έως και σήμερα.
Με δαντελωτές ακτές, ειδυλλιακά λιμανάκια και απότομους γκρεμούς, συνθέτει ένα τοπίο χαραγμένο στην πέτρα και το βράχο, που παραδίδεται στον άνεμο. Εδώ το σκηνικό μοιάζει να διχάζεται ανάμεσα στο χτες και το σήμερα.
Οι περισσότεροι από εμάς, ίσως, έχουμε συνδέσει ασυναίσθητα στο νου μας τη Μάνη με την πειθαρχία, τη σπαρτιατική σκληρότητα και την πολεμοχαρή διάθεση.
Όμως, μία επίσκεψη σε αυτό τον τόσο ιδιαίτερο τόπο αρκεί για να σας ανοίξει τις πύλες της ιστορίας που ξεδιπλώνεται πίσω από τις φυσικές ομορφιές της. Είναι δύσκολο να σας μυήσω μέσα σε λίγες γραμμές σε όλο το κάλλος και το παρελθόν της, αλλά θα προσπαθήσω να σας ταξιδέψω -έστω και για λίγο- στα μαγευτικά μονοπάτια της...
ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΜΑΝΗ
Η πρώτη μεγάλη πόλη που συναντάμε στο οδοιπορικό μας είναι το Γύθειο. Η γη των θεών αποτελεί τη μεταβατική πύλη για τη «μέσα» Μάνη. Απλωμένη αμφιθεατρικά θυμίζει περισσότερο νησί.
Κατά μήκος της παραλίας τα μεζεδοπωλεία και τα εστιατόρια, παραταγμένα το ένα δίπλα στο άλλο, με καλούν να κάνω την πρώτη μου στάση. Απέναντι από την προκυμαία βρίσκεται το καταπράσινο νησάκι Κρανάη, όπου σύμφωνα με το μύθο αποτέλεσε το καταφύγιο του Πάρη και της Ωραίας Ελένης, μετά την αρπαγή της τελευταίας.
Βέβαια, ο επιβλητικός Ταΰγετος, αναμφίβολα κλέβει την παράσταση, καθηλώνοντας το βλέμμα με την επιβλητική θωριά του.
Η οροσειρά μπορεί να πήρε το όνομά της από την κόρη του Άτλαντα, Ταϋγέτη, οι Μανιάτες όμως αποκαλούν το βουνό και Μακρυνό Ηλία ή Πενταδάκτυλο, γιατί από την ανατολική πλευρά της πόλης, τμήμα της κορυφής του δίνει την εικόνα ενός κλειστού χεριού, μίας γροθιάς.
Κι ενώ στο ύψος του Γυθείου, ο ορεινός του όγκος μοιάζει να κρύβεται, λίγο παραπέρα υψώνεται θεόρατος φαντάζοντας φρουρός της πεδιάδας, για να καταλήξει στο ακρωτήριο Ταίναρο.
ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ
Επόμενος σταθμός, η τυπική πρωτεύουσα της «μέσα» Μάνης, η Αρεόπολη. Το όνομά της μου εξάπτει την περιέργεια. Άραγε από πού προέρχεται μία τέτοια ονομασία; Ένας κύριος που ρωτώ, πρόθυμα αναλαμβάνει να λύσει την απορία μου. Μία εκδοχή θέλει το μέρος λημέρι του πολεμοχαρούς θεού Άρη, ενώ μια άλλη ερμηνεύει τη συγκεκριμένη ονομασία ως την πόλη των αέρηδων.
Περπατώντας στα στενά σοκάκια και τα καλντερίμια, αντικρίζω τον πύργο-φρούριο του Μαυρομιχάλη, που υψώνεται ερμητικά κλειστός, αλλά και την εκκλησία των Παμμεγίστων Ταξιαρχών του 17ου αιώνα. Από ό,τι μαθαίνω λίγο αργότερα, σε αυτό το ναό στις 17 Μαρτίου του 1821 έγινε η δοξολογία που σήμανε την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης.
Στην πλατεία Αθανάτων -η κεντρική πλατεία της πόλης- βρίσκεται το άγαλμα του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, να θυμίζει σε κάθε Έλληνα την ιερότητα αυτού του τόπου και το αλύγιστο φρόνημα των ένδοξων ηρώων μας.
Συνεχίζοντας τη διαδρομή μου, σε ένα μαγευτικό κολπίσκο συναντώ το χωριό Λιμένι, που στο παρελθόν υπήρξε έδρα και λιμάνι των Μαυρομιχαλαίων -το αρχοντικό τους υπάρχει ακόμα- και τελικά φτάνω στο Οίτυλο. Κι ενώ το μάτι μου είχε αρχίσει να συνηθίζει το γυμνό από βλάστηση τοπίο, ξάφνου μία ευχάριστη έκρηξη πράσινου πλημμυρίζει τον τόπο γύρω μου, κάνοντας τη ματιά μου να γαληνεύει.
Το Οίτυλο, χτισμένο αμφιθεατρικά στη δυτική όχθη του φαραγγιού της Σπηλαιώτισσας, χωρίζει σαν εγκάρσια τομή τη «μέσα» Μάνη από τη Μεσσηνιακή. Απέναντί του έχει τα ερείπια του κάστρου της Κελεφάς και προς τα κάτω παραλιακά τις δίδυμες κορυφές του Λιμενίου και της Τσίπας. Το χωριό αυτό, κάποτε ανήκε στο βασίλειο του Μενελάου και πρώτος οικιστής του ήταν ο ήρωας Οίτυλος, από τον οποίο πήρε και το όνομά του.
Ανάμεσα στα λίγα εκκλησάκια που έχουν απομείνει, ξεχωρίζει η Ιερά Μονή Δεκούλου του 16ου αι. που κρύβει τη δική της ιστορία, καθώς το 1770 εδώ υπογράφτηκε η συμφωνία των οπλαρχηγών της Μάνης με τον Θ. Ορλόφ για την έναρξη της εξέγερσης κατά των Τούρκων.
ΓΛΥΠΤΑ ΣΜΙΛΕΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΗΛίγα χιλιόμετρα μετά το Οίτυλο, ξεπροβάλλει ο Πύργος Δυρού, που είναι γνωστός για τα σπήλαιά του και το Νεολιθικό Μουσείο, στο οποίο εκτίθενται μοναδικά ευρήματα από σπηλαιολογικές ανασκαφές. Το μόνο επισκέψιμο, αλλά και περισσότερο εντυπωσιακό, λιμνοσπήλαιο είναι η Βλυχάδα.
Δεν χάνω λοιπόν την ευκαιρία να περιηγηθώ στον μυστικό της κόσμο. Ακολουθώ τις οδηγίες της υπεύθυνης και μπαίνω στη λέμβο με ανυπομονησία μικρού παιδιού, που θέλει να εξερευνήσει καθετί γύρω του. Οι δαιδαλώδεις υδάτινοι διάδρομοι κοσμούνται με σταλαγμίτες και σταλακτίτες -λευκούς, ροζ ή κόκκινους- που σταγόνα σταγόνα δημιούργησε το ανθρακικό ασβέστιο στη διάρκεια των χιλιετιών.
Περνώ ανάμεσα από κομψοτεχνήματα, όπως ο Επισκοπικός Θρόνος, ο Μανδύας του Ποσειδώνα, η Εκκλησιαστική Διάβαση με τον πολυέλαιο και τον άμβωνα, η Σάλα του Δυρού με τις αρχαίες ελληνικές χλαμύδες, ενώ λίγο μετά εκπλήσσομαι από τα Ροζ και Λευκά διαμερίσματα με την άρπα και τον Βασιλικό Εξώστη.
Η διαδρομή στον υπόγειο ποταμό είναι 1.600 μ. και διαρκεί περίπου μισή ώρα, που αποδείχθηκε αρκετή για να με ταξιδέψει στη μαγεία της φύσης, η οποία με ασύγκριτη τέχνη και ανείπωτο ταλέντο σμίλεψε ένα θέαμα απαράμιλλης ομορφιάς, πέρα από κάθε φαντασία.
ΑΓΡΙΑ ΟΜΟΡΦΙΑΣυνεχίζοντας από τον κεντρικό δρόμο προς τον Γερολιμένα, το τοπίο γίνεται ακόμη πιο τραχύ, ενώ τα χωριά μοιάζουν να προβάλλουν μέσα από τον γυμνό βράχο. Ωστόσο, η διαδρομή δεν χάνει καθόλου τη μαγεία της. Οι γραφικοί οικισμοί με τα ελαιόδεντρα, τα ξωκλήσια, τα πυργόσπιτα και τις λιθόκτιστες βυζαντινές εκκλησίες με κάνουν να θέλω να ανακαλύψω όλο και περισσότερο αυτό το μυστηριώδες μέρος.
Μετά το γραφικό Μέζαπο και τη Νόμια, περνώ από ένα από τα μεγαλύτερα χωριά, την Κοίτα, που ξεχωρίζει όχι μόνο για τους πολλούς επιβλητικούς πύργους αλλά και για το γεγονός ότι υπήρξε κοιτίδα των Νικλιάνων, μίας από τις ισχυρότερες οικογένειες της πόλης. Μετά από λίγη ώρα φτάνω στον Ιερό Λιμένα -ή αλλιώς ο Γερολιμένα- όπου σύμφωνα με κάποιους μελετητές του Ομήρου ήταν η κατοικία των Λαιστρυγόνων.
Το σημερινό λιμάνι οικοδομήθηκε κοντά στα απόκρημνα βράχια της ακτής, τα οποία περικλείουν τη μία πλευρά του όρμου, ενώ τα πέτρινα παραλιακά σπίτια του οικισμού είναι κτισμένα πάνω στο κύμα. Αποφασίζω να χαλαρώσω για λίγα λεπτά πίνοντας τον καφέ μου και αφήνω το βλέμμα μου να χαθεί στο μπλε χρώμα της θάλασσας. Επόμενος σταθμός είναι η Βάθεια, ένας από τους πιο ιδιαίτερους παραδοσιακούς οικισμούς.
Κτισμένη στην κορυφή ενός λόφου, αγναντεύει το Κάβο Γκρόσο και τον Γερολιμένα τη στιγμή που στα πόδια της βρίσκονται η Κυπάρισσος και τα Άλικα κοντά στη θάλασσα. Αντιπροσωπευτικό δείγμα της μανιάτικης ταυτότητας, μου δίνει αμέσως την αίσθηση πως βρίσκομαι μέσα σε κάποιο παραμύθι των παιδικών μου χρόνων. Αυτός ο «Παρθενώνας» της αρχιτεκτονικής της Μάνης, απόρθητος και πυργοτειχισμένος, έχει όλα τα κτίσματά του μαζεμένα πάνω στο λόφο, με καταπληκτική θέα προς τη θάλασσα.
ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΚΟΜΜΑΤΙ ΣΤΕΡΙΑΣ
Ο δρόμος για τον Κάβο Ματαπά -όπως ονομάζεται αλλιώς το ακρωτήριο Ταίναρο- μου φάνηκε ατελείωτος, ίσως λόγω των πολλών στροφών που διαδεχόταν η μία την άλλη. Φτάνοντας, όμως, η κούραση και η ζάλη της διαδρομής έδωσε τη θέση της στον ενθουσιασμό.
Το τοπίο με αποζημίωσε με τον καλύτερο τρόπο. Είχα βρεθεί επιτέλους στο περίφημο ακρωτήρι και περπατούσα ανάμεσα στα ερείπια του ναού που είχε αφιερωθεί στη λατρεία του Ταινάριου Ποσειδώνα. Στο σημείο που ο δρόμος σταματά, αποφασίζω να ακολουθήσω το μονοπάτι που τελικά με οδηγεί στη νοτιότερη περιοχή της ηπειρωτικής Ευρώπης. Στο μυαλό μου έρχεται αμέσως ο αρχαιοελληνικός μύθος που λέει ότι εδώ βρίσκεται η Πύλη του Άδη, η είσοδος δηλαδή για τον Κάτω κόσμο.
Ο ήλιος είχε αρχίσει να χάνεται μέσα στα σκούρα νερά του Αιγαίου, ενώ ο πέτρινος φάρος έστεκε αγέρωχος, πιστός στο καθήκον του. Έμεινα να κοιτώ για λίγη ώρα το πέλαγος, από την τελευταία πιθαμή γης αυτού του μαγικού τόπου που μοιάζει να λογχίζει τη Μεσόγειο, δίνοντας την υπόσχεση στον εαυτό μου να ζήσω σύντομα ένα ακόμη δειλινό εδώ.
Γιατί τελικά η ίδια η διαδρομή και το μωσαϊκό των εικόνων της, είναι το καλύτερο ταξίδι, και γιατί σε αυτό το τελευταίο κομμάτι στεριάς, αντιλαμβάνεσαι πως το άρωμα της Μάνης αναδύεται ακόμη και μέσα από την άγρια φύση της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου