ΤΙ
ΕΙΠΕ Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑ (η ιστορία και το έθιμο της βασιλόπιτας- από
ένα παλιό αναγνωστικό)
Ό δάσκαλος εξήγησε σήμερα γιατί κάνομε στά σπίτια μας βασιλόπιτα.
— Στά παλιά χρόνια, είπε στά παιδιά, όταν ήταν Επίσκοπος στην Καισαρεία,
ό Μέγας Βασίλειος, έτυχε νά είναι διοικητής της Καππαδοκίας ένας ειδωλολάτρης,
πολύ κακός, σκληρός και φιλοχρήματος άνθρωπος.
Οι επισκέψεις του στά διάφορα μέρη της επαρχίας του σκοπό είχαν τή διαρπαγή
και λεηλασία των θησαυρών των Χριστιανών. Κάποτε λοιπόν, πού θά έκανε
τήν επίσκεψη του ό κακός αυτός άρχοντας στην Καισαρεία,
οι Χριστιανοί έτρεξαν φοβισμένοι στον Μέγα Βασίλειο και του ζήτησαν τή συνδρομή του.
— Αδερφοί μου, είπε ό Βασίλειος, τή σωτηρία θά τή ζητήσωμε πρώτα άπό τό Θεό. Ξέρετε βέβαια γιά ποιο σκοπό κάνει τήν επίσκεψη του ό κακός αυτός άνθρωπος. Σάς συμβουλεύω νά μου δώση ό καθένας σας ό,τι πολύτιμο αντικείμενο έχει, και όταν θά τόν υποδεχτούμε, θά του τά παραδώσω μέ τρόπο, γιά νά σωθούμε.
Οί Χριστιανοί συμμορφώθηκαν μέ τά λόγια του Βασιλείου και έδωσαν πρόθυμα ό,τι μπορούσαν. “Αλλοι έδωσαν φλουριά, άλλοι στολίδια, οι πλούσιοι έδωσαν και γιά τους φτωχούς και έτσι μαζεύτηκε αρκετό χρυσάφι.
Ό Μέγας Βασίλειος όμως έκαμε τό θαύμα του. Ό κακός διοικητής, είτε γιατί έμεινε ευχαριστημένος άπό τήν υποδοχή και τήν προσφώνηση του επισκόπου, είτε γιατί έφτασε ελληνικός στρατός άπό την Πόλη, έφυγε και δέν πήρε μαζί του τον συγκεντρωμένο θησαυρό.
Μετά την αναχώρηση του διοικητού, συγκέντρωσε ό Μέγας Βασίλειος τους Χριστιανούς και τους είπε:
—Αδερφοί μου, με τη βοήθεια του θεού, τα δώρα σας γλύτωσαν από τον άρχοντα. Την Κυριακή, πού μας έρχεται, θά δώσω στον καθένα ο,τι χρυσαφικά ή φλουριά μου έδωσε.
Άλλα πώς νά έπιστρέψη όλον εκείνον τό θησαυρό στους κατόχους του; Πού νά ξέρη τί πρόσφερε ό καθένας;
Διέταξε λοιπόν ό Μέγας Βασίλειος και έφτιασαν τό Σαββατόβραδο μικρές πίτες γιά όλους τους Χριστιανούς και μέσα σέ κάθε πίτα έβαλε άπό ένα χρυσαφικό. “Οσα περίσσεψαν διέταξε και τά μοίρασαν στους φτωχούς.
Τήν άλλη μέρα, δηλαδή τήν Κυριακή, έδωσε ό Μέγας Βασίλειος άπό μιά πίτα σέ κάθε Χριστιανό και έτσι οι Χριστιανοί, καθώς έτρωγαν τήν πίτα, εύρισκαν τό πολύτιμο αντικείμενο και τό έπαιρναν δικό τους.
Άπό τότε έμεινε συνήθεια νά κάνουν οι Χριστιανοί βασιλόπιτες και νά βάζουν νομίσματα, στην επέτειο της εορτής του Μεγάλου Βασιλείου.
.
Παλιό Αναγνωστικό Γ Δημοτικού, Αθήνα 1966
Ό δάσκαλος εξήγησε σήμερα γιατί κάνομε στά σπίτια μας βασιλόπιτα.
— Στά παλιά χρόνια, είπε στά παιδιά, όταν ήταν Επίσκοπος στην Καισαρεία,
ό Μέγας Βασίλειος, έτυχε νά είναι διοικητής της Καππαδοκίας ένας ειδωλολάτρης,
πολύ κακός, σκληρός και φιλοχρήματος άνθρωπος.
Οι επισκέψεις του στά διάφορα μέρη της επαρχίας του σκοπό είχαν τή διαρπαγή
και λεηλασία των θησαυρών των Χριστιανών. Κάποτε λοιπόν, πού θά έκανε
τήν επίσκεψη του ό κακός αυτός άρχοντας στην Καισαρεία,
οι Χριστιανοί έτρεξαν φοβισμένοι στον Μέγα Βασίλειο και του ζήτησαν τή συνδρομή του.
— Αδερφοί μου, είπε ό Βασίλειος, τή σωτηρία θά τή ζητήσωμε πρώτα άπό τό Θεό. Ξέρετε βέβαια γιά ποιο σκοπό κάνει τήν επίσκεψη του ό κακός αυτός άνθρωπος. Σάς συμβουλεύω νά μου δώση ό καθένας σας ό,τι πολύτιμο αντικείμενο έχει, και όταν θά τόν υποδεχτούμε, θά του τά παραδώσω μέ τρόπο, γιά νά σωθούμε.
Οί Χριστιανοί συμμορφώθηκαν μέ τά λόγια του Βασιλείου και έδωσαν πρόθυμα ό,τι μπορούσαν. “Αλλοι έδωσαν φλουριά, άλλοι στολίδια, οι πλούσιοι έδωσαν και γιά τους φτωχούς και έτσι μαζεύτηκε αρκετό χρυσάφι.
Ό Μέγας Βασίλειος όμως έκαμε τό θαύμα του. Ό κακός διοικητής, είτε γιατί έμεινε ευχαριστημένος άπό τήν υποδοχή και τήν προσφώνηση του επισκόπου, είτε γιατί έφτασε ελληνικός στρατός άπό την Πόλη, έφυγε και δέν πήρε μαζί του τον συγκεντρωμένο θησαυρό.
Μετά την αναχώρηση του διοικητού, συγκέντρωσε ό Μέγας Βασίλειος τους Χριστιανούς και τους είπε:
—Αδερφοί μου, με τη βοήθεια του θεού, τα δώρα σας γλύτωσαν από τον άρχοντα. Την Κυριακή, πού μας έρχεται, θά δώσω στον καθένα ο,τι χρυσαφικά ή φλουριά μου έδωσε.
Άλλα πώς νά έπιστρέψη όλον εκείνον τό θησαυρό στους κατόχους του; Πού νά ξέρη τί πρόσφερε ό καθένας;
Διέταξε λοιπόν ό Μέγας Βασίλειος και έφτιασαν τό Σαββατόβραδο μικρές πίτες γιά όλους τους Χριστιανούς και μέσα σέ κάθε πίτα έβαλε άπό ένα χρυσαφικό. “Οσα περίσσεψαν διέταξε και τά μοίρασαν στους φτωχούς.
Τήν άλλη μέρα, δηλαδή τήν Κυριακή, έδωσε ό Μέγας Βασίλειος άπό μιά πίτα σέ κάθε Χριστιανό και έτσι οι Χριστιανοί, καθώς έτρωγαν τήν πίτα, εύρισκαν τό πολύτιμο αντικείμενο και τό έπαιρναν δικό τους.
Άπό τότε έμεινε συνήθεια νά κάνουν οι Χριστιανοί βασιλόπιτες και νά βάζουν νομίσματα, στην επέτειο της εορτής του Μεγάλου Βασιλείου.
.
Παλιό Αναγνωστικό Γ Δημοτικού, Αθήνα 1966
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου