Τριήρης. Ποιοι κατασκεύασαν πρώτοι το θρυλικό πλοίο της αρχαιότητας και ποια χαρακτηριστικά το καθιστούσαν ανίκητο, όπως αποδείχθηκε και στη ναυμαχία της Σαλαμίνας
Εφευρέτης της τριήρους θεωρείται, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, ο Κορίνθιος Αμεινοκλής. Η κατασκευή του πλοίου πραγματοποιήθηκε πιθανόν το 705 π.Χ., εποχή κατά την οποία κυβερνούσε στην Κόρινθο ο τύραννος Περίανδρος.
Ο τελευταίος αναζητούσε ένα αποτελεσματικό πλοίο προκειμένου να αντιμετωπίσει τους πειρατές που λυμαίνονταν τους θαλάσσιους δρόμους και προκαλούσαν μεγάλα προβλήματα στο κορινθιακό εμπόριο.
Οι πειρατές χρησιμοποιούσαν ελαφρά και γρήγορα πλοία, ώστε να μπορούν να προλαβαίνουν τα εμπορικά, να τους επιτίθενται και μετά να διαφεύγουν γρήγορα.
Προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά χρειαζόταν ένα πλοίο με ταχύτητα μεγαλύτερη από όλα τα προηγούμενα, αλλά και με εξοπλισμό που θα του επέτρεπε να επικρατεί στις συγκρούσεις.
Η πεντηκόντορος, το επικρατέστερο πολεμικό εκείνης της εποχής, δεν ήταν αρκετά ταχύ. Κινείτο με 50 κουπιά (25 σε συνεχή σειρά, σε καθεμιά πλευρά του σκάφους).
Η «Ολυμπιάς». Πρόκειται για σύγχρονο αντίγραφο τριήρους, κατασκευασμένο από το Πολεμικό Ναυτικό
Οι Ίωνες επινόησαν τη διάταξη των κουπιών σε δύο σειρές, η μια πάνω στην άλλη. Έτσι προέκυψε ένα ταχύτερο πλοίο με 100 κουπιά, το οποίο ονομάστηκε διήρης.
Ο Αμεινοκλής μεγέθυνε το σκάφος κατά μήκος, ύψος και πλάτος και προσέθεσε τρίτη σειρά κουπιών, αυξάνοντάς τα σε 150 -170. Το νέο πλοίο υπερείχε σε ταχύτητα κάθε προηγούμενου, καθιστώντας με αυτό τον τρόπο αποτελεσματική τη χρήση του εμβόλου (μεταλλική ή ξύλινη προεξοχή στην πλώρη, με μήκος έως 2μ και βάρος 200 κιλά περίπου).
Η τριήρης είχε γεννηθεί. Για τα επόμενα 400 χρόνια περίπου θα αποτελούσε τον κυρίαρχο τύπο πολεμικού πλοίου.
Εννοείται ότι το νέο «υπερόπλο» δεν μπορούσε να μείνει για καιρό μυστικό. Οι μεγάλοι αντίπαλοι των Κορίνθιων, οι Αθηναίοι, βάσισαν πάνω σ’ αυτό την ηγεμονία τους.
Η τριήρης μπορούσε, χρησιμοποιώντας τη δύναμη του ανέμου και των κωπηλατών, να πλεύσει με ταχύτητα 10 κόμβων. Επιπλέον, η ελαφρά κατασκευή της (το συνολικό βάρος της με πλήρη εξοπλισμό έφτανε τους 45 τόνους, αναλόγως βέβαια την πόλη κατασκευής και τις χρονικές περιόδους) επέτρεπε την ταχύτατη ανέλκυση και καθέλκυση.
Ο αρχαιολόγος Γ. Σταϊνχάουερ αναφέρει και ένα ακόμη πλεονέκτημα αν και αμφισβητούμενο: «Λόγω της ελαφράς κατασκευής της, η τριήρης μπορεί να διαλυθεί, αλλά δεν βυθίζεται. Τούτο, παρά τη συνήθως χρησιμοποιούμενη λέξη (καταδύειν), είναι φανερό στις περιγραφές για την τύχη του πληρώματος και των καταλοίπων των εμβολισμένων τριήρων, αλλά και από την απουσία ναυαγίων τριήρων».
Αυτό πάντως που δεν αμφισβητείται είναι ότι η τριήρης έσωσε την Αθήνα, την Ελλάδα και κατ’ επέκταση τον δυτικό πολιτισμό, στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, απέναντι στον δυσκίνητο περσικό στόλο.
Εφευρέτης της τριήρους θεωρείται, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, ο Κορίνθιος Αμεινοκλής. Η κατασκευή του πλοίου πραγματοποιήθηκε πιθανόν το 705 π.Χ., εποχή κατά την οποία κυβερνούσε στην Κόρινθο ο τύραννος Περίανδρος.
Ο τελευταίος αναζητούσε ένα αποτελεσματικό πλοίο προκειμένου να αντιμετωπίσει τους πειρατές που λυμαίνονταν τους θαλάσσιους δρόμους και προκαλούσαν μεγάλα προβλήματα στο κορινθιακό εμπόριο.
Οι πειρατές χρησιμοποιούσαν ελαφρά και γρήγορα πλοία, ώστε να μπορούν να προλαβαίνουν τα εμπορικά, να τους επιτίθενται και μετά να διαφεύγουν γρήγορα.
Προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά χρειαζόταν ένα πλοίο με ταχύτητα μεγαλύτερη από όλα τα προηγούμενα, αλλά και με εξοπλισμό που θα του επέτρεπε να επικρατεί στις συγκρούσεις.
Η πεντηκόντορος, το επικρατέστερο πολεμικό εκείνης της εποχής, δεν ήταν αρκετά ταχύ. Κινείτο με 50 κουπιά (25 σε συνεχή σειρά, σε καθεμιά πλευρά του σκάφους).
Η «Ολυμπιάς». Πρόκειται για σύγχρονο αντίγραφο τριήρους, κατασκευασμένο από το Πολεμικό Ναυτικό
Οι Ίωνες επινόησαν τη διάταξη των κουπιών σε δύο σειρές, η μια πάνω στην άλλη. Έτσι προέκυψε ένα ταχύτερο πλοίο με 100 κουπιά, το οποίο ονομάστηκε διήρης.
Ο Αμεινοκλής μεγέθυνε το σκάφος κατά μήκος, ύψος και πλάτος και προσέθεσε τρίτη σειρά κουπιών, αυξάνοντάς τα σε 150 -170. Το νέο πλοίο υπερείχε σε ταχύτητα κάθε προηγούμενου, καθιστώντας με αυτό τον τρόπο αποτελεσματική τη χρήση του εμβόλου (μεταλλική ή ξύλινη προεξοχή στην πλώρη, με μήκος έως 2μ και βάρος 200 κιλά περίπου).
Η τριήρης είχε γεννηθεί. Για τα επόμενα 400 χρόνια περίπου θα αποτελούσε τον κυρίαρχο τύπο πολεμικού πλοίου.
Εννοείται ότι το νέο «υπερόπλο» δεν μπορούσε να μείνει για καιρό μυστικό. Οι μεγάλοι αντίπαλοι των Κορίνθιων, οι Αθηναίοι, βάσισαν πάνω σ’ αυτό την ηγεμονία τους.
Η τριήρης μπορούσε, χρησιμοποιώντας τη δύναμη του ανέμου και των κωπηλατών, να πλεύσει με ταχύτητα 10 κόμβων. Επιπλέον, η ελαφρά κατασκευή της (το συνολικό βάρος της με πλήρη εξοπλισμό έφτανε τους 45 τόνους, αναλόγως βέβαια την πόλη κατασκευής και τις χρονικές περιόδους) επέτρεπε την ταχύτατη ανέλκυση και καθέλκυση.
Ο αρχαιολόγος Γ. Σταϊνχάουερ αναφέρει και ένα ακόμη πλεονέκτημα αν και αμφισβητούμενο: «Λόγω της ελαφράς κατασκευής της, η τριήρης μπορεί να διαλυθεί, αλλά δεν βυθίζεται. Τούτο, παρά τη συνήθως χρησιμοποιούμενη λέξη (καταδύειν), είναι φανερό στις περιγραφές για την τύχη του πληρώματος και των καταλοίπων των εμβολισμένων τριήρων, αλλά και από την απουσία ναυαγίων τριήρων».
Αυτό πάντως που δεν αμφισβητείται είναι ότι η τριήρης έσωσε την Αθήνα, την Ελλάδα και κατ’ επέκταση τον δυτικό πολιτισμό, στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, απέναντι στον δυσκίνητο περσικό στόλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου